Ἡ Ἀρναία τήν Δευτέρα, 9η Μαΐου τ.ἔ., ἐτίμησε μέ λαμπρότητα τόν Ἅγιο ἔνδοξο Μεγαλομάρτυρα Χριστοφόρο στήν ὁμώνυμο ἀνακαινισμένη Ἱερά Μονή Του πού βρίσκεται στήν εἴσοδο τῆς Πόλεως.
Τήν παραμονή, 8η Μαΐου, τοῦ πανηγυρικοῦ Ἑσπερινοῦ προέστη καί ἐκήρυξε καταλλήλως τόν θεῖο λόγο ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Παΐσιος Σουλτανικᾶς, ὁ ὁποῖος ἐγκαταβιοῖ καί διακονεῖ στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου ἀπό φέτος. Στήν Ἀκολουθία παρέστησαν οἱ Ἐφημέριοι τῆς Ἀρναίας, Αἰδ. Οἰκ. π. Κωνσταντῖνος Ἀγούλας καί Οἰκ. π. Γεώργιος Τρικκαλιώτης, καθώς καί πλῆθος Λαοῦ ἀπό τήν Πόλη καί τίς γύρω περιοχές πού προσήλθαν νά τιμήσουν τόν Ἅγιο Χριστόφορο, προστάτη τῶν ὀδηγῶν.
[widgetkit id=469]
Κατά τήν κυριώνυμο ἡμέρα τῆς Ἑορτῆς, τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου καί τῆς ἐπακολουθησάσης Θείας Λειτουργίας προέστη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ, πλαισιούμενος ὑπό τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Παϊσίου Σουλτανικᾶ, τῶν Αἰδεσιμωτάτων Ἱερέων π. Κωνσταντίνου Ἀγούλα, καί π. Γεωργίου Τρικκαλιώτη, Ἐφημερίων τῆς Ἀρναίας καί τῶν Ἱεροδιακόνων π. Ἐφραίμ Τσόλη καί π. Μελετίου Τσόγκα.
Ὁ Λαός τῆς Ἀρναίας πού τιμᾶ τόν Ἅγιό του ὑπερεπλήρωσε τόν Ἱερό Ναό, μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ἀντιδήμαρχο κ. Χαράλαμπο Λαζαρίδη, τόν τ. Ὑπουργό καί τ. Δήμαρχο κ. Χρήστο Πάχτα, τόν Πρόεδρο τοῦ Τοπικοῦ Συμβουλίου κ. Γεώργιο Διαμαντούδη, τόν Περιφερειακό Σύμβουλο κ. Στέλιο Βαλιάνο καί ἀρκετούς Δημοτικούς καί Τοπικούς Συμβούλους.
Ὁ Σεβασμιώτατος στό κήρυγμά του παρουσίασε τήν καταγωγή, τήν βιοτή καί τό φοβερό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου, παρατηρώντας ὅτι ὁ Ἅγιός μας καταγόταν ἀπό εἰδωλολατρική Χώρα καί μάλιστα Χώρα ἀγρίων· ἦτο δέ “ἄγριος καί βλοσυρός τήν ὄψιν”, δυσμορφία πού ἐδημιούργησε τήν παράδοση ὅτι ἦτο “κυνοπρόσωπος”, πρᾶγμα πού δέν εἶναι ἀληθές, ἀλλά ὑπογραμμίζει τήν ἀλήθεια ὅτι ἦτο πολύ ἄσχημος. Τό εἰδωλολατρικό ὄνομά του ἦταν Ρέπρεβος, πού στά λατινικά σημαίνει “ἀδόκιμος, ἀποδοκιμασμένος, κολασμένος”. Κι ὅμως αὐτός ὁ ἄνθρωπος, συνέχισε ὁ ὁμιλητής, μετεστράφη σέ ἅγιο καί φίλο καί Μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ πού ἔζησε καί ὁμολόγησε τόν Κύριο ὡς τέλειο Θεό καί τέλειο ἄνθρωπο ἐπί Δεκίου (249-251 μ.Χ.), ὅταν στήν Ἀντιόχεια ἐπίσκοπος ἦταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαβύλας.
Στή συνέχεια ὁ ὁμιλητής ἑρμήνευσε στό ἀκροατήριό του τόν ὅρο ”χριστοφόρος”. Δηλαδή ὅτι γιά τήν Ἐκκλησία μας τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἀκόλουθος του Κυρίου μας, ὅταν παύη νά ζῆ ὡς “ἐγωκίνητος” ἤ “αὑτοκίνητος” καί μεταμορφώνεται σέ ”χριστοκίνητο”, ἀποκτῶντας χριστοκαρδιά, χριστοσυνείδηση καί χριστοσκέψη. Ὅταν μπορεῖ καί ὁμολογεῖ μαζί μέ τόν Παῦλο, ”ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός”. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός καθίσταται μέτοχος τῆς ἁγιοτριαδικῆς ζωῆς, χριστοφόρος, θεοφόρος καί πνευματοφόρος. Καί κατέληξε ὁ Ἐπίσκοπός μας, ζητῶντας ἀπό τό ἀκροατήριό του νά κάνωμε τόν Κύριό μας ἔνδυμά μας, ζῶντας Τον σέ ὅλες Του τίς διαστάσεις.
[widgetkit id=470]