Τήν Ἀκολουθία τῶν Α΄ Χαιρετισμῶν ἐτέλεσε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ στόν Ἱερό Ναό τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Ἱερισσοῦ, τήν Παρασκευή 7η Μαρτίου τ. ἔ.. Μέσα σ’ ἕναν κατάμεστο Ἱερό Ναό πού εἶχαν εὐπρεπίσει ὁ ἐφημέριος π. Μακάριος Ζωνάρας μέ τό Ἐκκλησιαστικό του Συμβούλιο καί τούς φιλόχριστους Ἱερισσιῶτες, ἀκούστηκε καί πάλι ὅ,τι τό τιμιώτερο ἔχει συνθέσει ἡ ὀρθόδοξη ψυχή γιά τήν Παναγία μας, ὁ εὐχαριστήριος πρός Αὐτήν Ἀκάθιστος Παιάνας τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων, ἐπί τῇ διασώσει της ἀπό τήν πολιορκία τῶν Ἀβάρων τό 626 μ.Χ..
Ὁ Ἐπίσκοπός μας στό κήρυγμά του ἀναφέρθηκε τόσο στή δομή καί τό περιεχόμενο τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου, ὅσο καί στό ἱστορικοθεολογικό πλαίσιο τοῦ ὑπέροχου αὐτοῦ κειμένου τοῦ βυζαντινοῦ ἀναλογίου. Μίλησε γιά τήν πολιορκία τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 626 μ. Χ. ἀπό τούς Ἀβάρους, τή στιγμή πού ὁ Αὐτοκράτωρ Ἡράκλειος πολεμοῦσε ἐναντίον τῶν Περσῶν μακράν τῆς ἕδρας του, τήν ὁποία εἶχε ἐμπιστευθῆ στόν φρούραρχο Βῶνο καί τόν Πατριάρχη Σέργιο, ἀλλά κυρίως στά χέρια τῆς Δέσποινας τῶν Ἀγγέλων. Ἀνέτρεξε στά γεγονότα τῆς νύκτας τῆς 7ης πρός τήν 8η Αὐγούστου τοῦ ἔτους τῆς πολιορκίας πού οἱ πάντες ἀνέθεσαν τή σωτηρία τῆς Πόλεως στή χάρη τῆς Θεοτόκου. Τῆς Θεοτόκου τῶν Βλαχερνῶν πού στά χέρια τήν κρατοῦσε ὁ Πατριάρχης τοῦ Γένους γιά νά ἐμψυχώνη τούς μαχητές. Εἴτε τή νύχτα ἐκείνη, εἴτε ἐνωρίτερον – τό πιό πιθανόν – συνετέθη ὁ Ὕμνος “Τῇ ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ”, ἀποτελεῖ τήν ἀναγνώριση ἀπό μέρους τοῦ Λαοῦ τῆς ἀενάου προστασίας τῆς Θεοτόκου στά τέκνα της διαχρονικῶς. Εἴτε πραγματικός συνθέτης τοῦ Ὕμνου εἶναι ὁ Ρωμανός ὁ Μελωδός, εἴτε ὁ Γερμανός ὁ Α΄, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εἴτε ὁ Κοσμᾶς ὁ Μελωδός, εἶπε ὁ Δεσπότης, ἡ ρωμαίϊκη ψυχή εἶναι πού ἐκφράζεται μέσα ἀπ’ αὐτόν. Αὐτή τόν ἐπέλεξε, αὐτή τόν ἔψαλλε καί τόν ψάλλει, αὐτή τόν κατέστησε δοξαστικό τῶν ἀνά τήν οἰκουμένη Ὀρθοδόξων. Μέσα ἀπ’ αὐτόν ἡ Θεοτόκος προβάλλει ὡς ἡ λυδία λίθος τῆς ἑνότητος τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καί πιότερο τοῦ Ἑλληνικοῦ. Ἡ Ρωμιοσύνη μιλάει μέσα ἀπ’ αὐτόν καί γυρεύει καί σήμερα τή σκέπη Της.
Ἀφοῦ ἀνεφέρθη ὁ ὁμιλητής στό θεολογικό περιεχόμενο τῶν 24 οἴκων τοῦ Ὕμνου καί στούς εἰρμούς -ποίημα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ- καί στά Τροπάρια τοῦ Κανόνος -ποίημα Ἰωσήφ τοῦ Ὑμνογράφου-, ἐζήτησε ἀπό τόν Λαό τοῦ Θεοῦ νά ἀναγάγωμε καί πάλι τήν Παναγία μας σέ Ὑπέρμαχο Στρατηγό πνευματικῆς ἀνασυγκροτήσεως καί ἀνακαινίσεως τόσο τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅσο καί τοῦ Γένους μας πού ὑποφέρει καί στενάζει κάτω ἀπό τόν δυνάστη μιᾶς πρωτόγνωρης κρίσεως. Εἶναι ἡ Θεοτόκος, κατέληξε, τό πρόσωπο πού δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀπογοητεύση, γιατί καί μόνο ἡ παρουσία Της δείχνει ὡς πρωϊνός ἀστέρας τόν Ἥλιο Χριστό, εἶναι ἡ μήτρα πού Τόν γεννᾶ ἀενάως σ’ ὅσες καρδιές ἐπιθυμοῦν νά γίνουν σκηνή καί σῶμα Του.
Εὐθύς μετά τό πέρας τῆς Ἀκολουθίας ἀνεχώρησε μέ τή συνοδεία του γιά τήν ἀκριτική πόλη τῆς Νέας Ὀρεστιάδος γιά νά παραστῆ στόν ἑορτασμό τῶν Πολιούχων της Ἁγίων Θεοδώρων, κεκλημένος πρός τοῦτο ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου κ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟ.
[widgetkit id=91]