Τήν Κυριακή μετά τά Φώτα, 12η Ἰανουαρίου, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ ἐπραγματοποίησε ποιμαντική ἐπίσκεψη καί ἐτέλεσε τή Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Ναό τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Νέας Μαδύτου. Καθότι ἀδυνατοῦσε νά μετάσχη τῆς πανηγύρεως αὐτῆς τῆς Ἐνορίας κατά τήν 7η Ἰανουαρίου, ἡμέρα τῆς Συνάξεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου, λόγῳ τῆς ἐπισκέψεώς του στήν Ἱερά Μητρόπολη Λαγκαδᾶ, μετέβη στήν εὐλογημένη αὐτή Κωμόπολη τήν Κυριακή αὐτή γιά νά ἐπικοινωνήση μέ τό εὐλογημένο πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας πού τόσο σέβεται τήν Ὀρθόδοξο παράδοσή μας.
Ὁ Ἱερός Ναός τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου κατάμεστος καί ἑορταστικά προετοιμασμένος ὑπεδέχθη τόν Ἐπίσκοπό μας μέ ἐπικεφαλῆς τούς Ἐφημερίους του, ἤτοι τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη π. Λεόντιο Καρίκα καί τόν Αἰδεσιμώτατο π. Ἰωακείμ Περήφανο. Τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν μετέσχε καί ὁ Ἱεροδιάκονος π. Ἐφραίμ Τσόλης. Μεταξύ τῶν ἐκκλησιαζομένων διεκρίναμε τόν Δήμαρχο Βόλβης κ. Διαμαντῆ Λιάμα, τόν Ἀντιδήμαρχο κ. Γεώργιο Δεμερτζῆ καί τόν Πρόεδρο τοῦ Τοπικοῦ Συμβουλίου κ. Ἀνέστη Μπαλάση.
Ὁ Σεβασμιώτατος, ἐπειδή ἐτελοῦντο κατά τήν ἡμέρα αὐτή δύο μνημόσυνα κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας καί δή νέων σέ ἡλικία, ἐθεώρησε καλό τό κήρυγμά του νά τό περιστρέψη περί τά Ἱερά Μνημόσυνα, τήν ἀναγκαιότητα τῆς τελέσεώς τους καί κυρίως τή θέση διαχρονικῶς τῆς Ἐκκλησίας περί αὐτῶν, τοῦ τρόπου τῆς προετοιμασίας τῶν οἰκογενειῶν τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας καί τήν ὀρθή συμμετοχή τους στά δρώμενα τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἔκανε, λοιπόν, ἀναφορά τόσο στά παλαιοδιαθηκικά ὅσο καί στά καινοδιαθηκικά, κατ’ ἀρχήν, ἱερά κείμενα γιά νά στηρίξη τόν λόγο ὅτι τά ἱερά Μνημόσυνα δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά προσευχή καί μάλιστα κοινή εὐχαριστιακή προσευχή τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας καί τήν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τους. Τόνισε ὅτι τά ἱερά Μνημόσυνα δέν ὑποκαθιστοῦν τήν Θεία Λειτουργία, ἀλλά ἀντιθέτως, ἀπαραιτήτως τελοῦνται ἐντός τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πού ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ὀρθοδόξου λατρείας καί τό ‟βασιλικό” Ἱερό Μυστήριο, πέριξ τοῦ ὁποίου τά πάντα κινοῦνται καί λαμβάνουν ὑπόσταση.
Ἔφερε στό Ἐκκλησίασμα παραπομπές ἀπό τά κείμενα τῆς Ἀρχαίας ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας μας καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὥστε ἱστορικῶς, παραδοσιακῶς καί πατερικῶς νά στηριχθῆ τόσο ἡ πρᾶξις τῆς Ἐκκλησίας περί τά Ἱερά Μνημόσυνα, ὅσο καί τό θεολογικό τους περιεχόμενο καί μήνυμα.
Μίλησε, λοιπόν, γιά τίς Διαταγές τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τήν Α΄ καί Β΄ Ἀπολογία τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου τοῦ Φιλοσόφου καί Μάρτυρος, τά ἱερά παραγγέλματα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τή συνομολογία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τήν περί Μνημοσύνων πραγματεία τοῦ ἁγίου Νεκταρίου Ἐπισκόπου Πενταπόλεως τοῦ ἐν Αἰγίνῃ.
Σύμφωνα μέ τήν Ἐκκλησιαστική παράδοση, εἶπε ὁ Δεσπότης, γνωρίζομε τά Τρίτα (τριήμερα), Ἔνατα (ἐννεάμερα), Τεσσαρακοστά (τεσσαρακονθήμερα) καί Ἐνιαύσια (ἐτήσια) Ἱερά Μνημόσυνα. Τά Τρίτα, πρός τιμήν τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τῆς τριημέρου ταφῆς καί Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας. Τά Ἔνατα, πρός τιμήν τῶν ἐννέα ἀγγελικῶν ταγμάτων, τά Τεσσαρακοστά, πρός τιμήν τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ μας καί τά ἐνιαύσια, πρός τιμήν καί μνήμην τοῦ κεκοιμημένου προσώπου.
Κατέδειξε θεολογικῶς ὅτι τό πρῶτο καί τό ἔσχατο πού ὀφείλομε νά λαμβάνωμε ὑπόψη ὅταν τελοῦμε Ἱερά Μνημόσυνα εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία, τό τίμιο Πρόσφορο τό προετοιμασμένο καταλλήλως καί προσωπικῶς ἀπό τά μέλη τῆς συγγενείας τοῦ κεκοιμημένου, τά ‟καθαρά” κεριά καί τό φροντισμένο ‟νάμα”, δηλαδή ὁ ἐρυθρός γλυκύς οἶνος ὁ ἀπαραίτητος γιά τή Θεία Εὐχαριστία. Τόνισε τήν ἀναγκαιότητα τῆς πνευματικῆς προετοιμασίας τῶν ἀμέσων συγγενῶν καί φίλων τοῦ κεκοιμημένου μέ προσευχή, Ἱερά Ἐξομολόγηση καί τήν ἀπαραίτητη νηστεία γιά τή συμμετοχή τους στό Ποτήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας κατά τό ἱερό Μνημόσυνο.
Οἱ ψυχές τῶν κεκοιμημένων, εἶπε ὁ ὁμιλητής, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο καί μάλιστα κατά τήν μνημόνευση τοῦ ὀνόματός τους στήν Ἱερά Πρόθεση καί μετά τήν Εὐχή τῆς Θείας Ἀναφορᾶς καί τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων ἐπί τῆς Ἁγίας Τραπέζης ὑπό τοῦ Λειτουργοῦ, λαμβάνουν ‟ὄνησιν” πολλήν καί ἁγιασμό. Δηλαδή ἀπολαμβάνουν ὠφέλεια πνευματική καί ἀναπνέουν ἁγιοπνευματικό κέρδος. Ἔτσι, εἶπε ὁ Μητροπολίτης, ἐπιτυγχάνεται ἡ κοινωνία στρατευομένης καί θριαμβευούσης Ἐκκλησίας «ἐν τῷ σώματι καί τῷ αἵματι» τοῦ Κυρίου μας, γιατί ὁ καθένας μας πού εἰσῆλθε στήν Ἱερά Κολυμβήθρα καλεῖται, κατά τόν Παῦλο, νά φθάση «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ …» (Ἐφεσ. δ΄, 13), καθώς ἀκούσαμε στό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα.
Ἀναφερόμενος στά ἱερά Κόλλυβα πού προετοιμάζονται γιά τά ἱερά Μνημόσυνα, ὁ ὁμιλητής εἶπε, ὅτι συμβολίζουν τήν προσδοκία τῆς ἀναστάσεώς μας, γιατί ὅπως ὁ κόκος τοῦ σταριοῦ ἄν δέν πέση, δέν σπαρῆ στή γῆ καί δέν σαπίση, δέν καρπίζει καί δέν φυτρώνει, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος ἐνταφιάζεται γιά νά ἀναστηθῆ ὅταν ὁ Κύριος τό ἐπιτρέψη. Τά κόλλυβα, εἶπε χαρακτηριστικά, κραυγάζουν: ‟προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν”. Κάλεσε ὅμως τό ἐκκλησίασμα νά μή μένη στούς τύπους καί τίς ἀνθρωπαρέσκειες τῶν πολυτελῶν ‟δίσκων”, τῶν ἀνθοστόλιστων μνημείων καί τῶν ἱερῶν Ναῶν κατά τά ἱερά Μνημόσυνα, πράγματα ἄχρηστα γιά τίς ψυχές τῶν ἀδελφῶν μας, ἀλλά, ἐφόσον ὑπάρχει οἰκονομική δυνατότης, νά προβαίνωμε σέ φιλανθρωπίες καί τόν στηριγμό ἐμπερίστατων ἀδελφῶν μας ἤ φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων ἤ ἱερῶν σκοπῶν καί Ἱερῶν Ναῶν, εἰς τό ὄνομα τῶν προσφιλῶν μας κεκοιμημένων καί ὑπέρ ‟ὀνήσεως”, ὠφελείας, τῶν ψυχῶν τους. «Πρωτεύει τό πνευματικό μέρος, κατέληξε, καί ἀκολουθεῖ ἡ κοινωνική, συναισθηματική ἀτμόσφαιρα, ἡ πρᾶξις καί ἡ παρηγορία τῶν λυπημένων».
Εὐχήθηκε δέ καλόν παράδεισο καί καλήν ἀντάμωση μέ τίς ψυχές τῶν ἀναπαυμένων στούς κόλπους τοῦ Κυρίου μας! ἀδελφῶν μας.
[widgetkit id=72]