Οἱ δύσκολοι καί σκοτεινοί χρόνοι τῆς Τουρκοκρατίας εἶχαν συνέπειες σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν. Κυρίως παρατηρεῖται μιά χλιαρότητα στήν πνευµατική ζωή, μία ἀποκοπή ἀπό τό «ζῶν ὕδωρ» τῆς Ὀρθοδόξου Πνευµατικότητος μέ ἀποτέλεσµα τή χαλαρότητα στήν πίστη καί ἐν τέλει τόν ἐξισλαµισµό.
Καί ἔπρεπε νά βρεθεῖ ἕνας Πατρο- Κοσμᾶς γιά νά ἀφυπνήσει πνευματικά καίν ά ἀνορθώσει τό Γένος.
Ἡ δράση τοῦ Ἁγίου ἀφορᾶ καί ἐμᾶς τούς σύγχρονους Ἕλληνες, διότι στήν παροῦσα κρίσιμη περίστασι τοῦ Γένους ὁ Πατροκοσμᾶς μᾶς ἐπαναπροσανατολίζει στόν δρόμο τῆς σωτηρίας, μᾶς παιδαγωγεῖ στή χριστιανική ζωή, μᾶς διδάσκει τά δόγματα καί τίς ἀλήθειες τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, μᾶς ἐμπνέει στήν ἀγάπη τοῦ γλυκυτάτου μας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ µεγάλος Ἱεραπόστολος δέν στερεώνει ἁπλῶς τήν πίστη τῶν σκλάβων, ἀλλά καί τήν αὐξάνει. Τή στερέωση τήν ἐπιτυγχάνει µέ τήν αὔξηση τῆς ποιότητος τῶν χριστιανῶν.
Ὁ Ἅγιος Κοσµᾶς δέν εἶναι ἕνας ἱεραπόστολος, πού ἀποβλέπει στήν ἐπιφάνεια, στήν ποσότητα καί στά θεαµατικά ἀποτελέσµατα. Εἶναι ἕνας Γέροντας, πού καθοδηγεῖ τά πνευµατικά του παιδιά στήν ἐσωτερική ὀρθόδοξη πνευµατική ζωή.
Τό γκρέµισµα ὅλων τῶν πνευµατικῶν στηριγµάτων τῶν πιστῶν ἄφηνε ἐλεύθερο τόν δρόµο γιά τήν ἄρνηση τῆς πίστεως. Δέν ἤξερε ὁ σκλάβος χριστιανός, γιατί θά ἔπρεπε νά µένει Ὀρθόδοξος.
Ὁ Ἅγιος μας, καθώς ἦταν Ἁγιορείτης µοναχός, ἦταν φυσικό νά διδάξει ἐκεῖνα, τά ὁποῖα γιά 17 χρόνια ἔζησε στή Μονή Φιλοθέου. Ἡ Λειτουργική ζωή, οἱ Ἀκολουθίες, ἡ ἄσκηση, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ προσευχή, ἡ παρθενία, ἡ ὑπακοή, ἡ πτωχεία, ἡ ταπείνωση, ἡ ἐξοµολόγηση ἦταν ἡ ζωή του στό Μοναστήρι. Ἡ λαµπάδα πού φώτισε τό Γένος ἄναψε στό Ἅγιον Ὄρος, µέσα στή ζωή τῆς ἀσκήσεως καί τῆς ἀρετῆς.
Ὁ Πατροκοσμᾶς κάνει πραγµατικότητα τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «καθαρθῆναι πρῶτον καί εἶτα καθᾶραι· γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι». Ἔτσι πραγµατοποίησε τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «Οὕτω λαµψάτω τό φῶς ὑµῶν ἔµπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑµῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑµῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».
Πραγµατικά τό φῶς τῆς ἁγίας ζωῆς του φώτισε τή Ρωµιοσύνη καί ἔγινε αἰτία νά δοξάσουν πολλοί ἄνθρωποι τόν Πατέρα τῶν Φώτων. Καί µέχρι σήµερα ἰδιαίτερα δι᾽ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου, ὁ Θεός δοξάζεται στήν Ἑλλάδα καί στήν Οἰκουµενική Ὀρθοδοξία.
Δέν ἐργαζόταν µόνο σέ πλάτος, ἀλλά καί σέ βάθος.
Οἱ διδαχές του εἶναι γεµάτες µέ συµβουλές γιά τήν πνευµατική ζωή τῶν χριστιανῶν.
Ὁ Ἅγιος ἀγαπᾶ τούς χριστιανούς. Γι᾽ αὐτό φροντίζει νά τούς προσφέρει τή στερεά τροφή τῆς Ὀρθοδόξου Πνευµατικότητος.
α΄. Ἡ ἀνάγκη πνευματικῆς ζωῆς
Ὁ χριστιανός µέ τό Βάπτισµα εἶναι κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος. Ὁ Θεός «προίκησε τόν ἄνθρωπο µέ τά ἑπτά χαρίσµατα τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος», γι᾽ αὐτό πρέπει νά ζεῖ πνευµατική ζωή.
Ἡ ἀνάγκη γιά πνευµατική ζωή φαίνεται ἀπό τή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δέν εἶναι µόνο σῶµα, ἀλλά καί ψυχή. «Νά τρώγωµεν καί νά πίνωµεν τό ἀρκετόν µας, ὁµοίως καί τά ροῦχά µας τά ἀρκετά, τόν δέ ἐπίλοιπον καιρόν νά τόν ἐξοδεύωµεν διά τήν ψυχήν µας, νά τήν κάµνωµεν νύµφην τοῦ Χριστοῦ µας, καί τότε πρέπει νά λεγώµεθα ἄνθρωποι καί ἐπίγειοι ἄγγελοι. Εἰ δέ καί ζητοῦµεν πῶς νά τρώγωµεν, πῶς νά πίνωµεν, πῶς νά ἁµαρτάνωµεν, πῶς νά στολίζωµεν τοῦτο τό βρώµικο σῶµα, ὅπου αὔριον θά τό φᾶνε τά σκουλήκια, καί ὄχι διά τήν ψυχήν ὁπού εἶναι ἀθάνατος, τότε δέν πρέπει νά λεγώµεθα ἄνθρωποι, ἀλλά ζῷα. Λοιπόν κάµετε τό σῶµα δοῦλον τῆς ψυχῆς, καί τότε νά λέγεσθε ἄνθρωποι».
β΄. Ἡ ταπείνωση
Ἡ πρώτη καί σπουδαία ἀρετή, ἡ βάση ὅλων τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ ταπείνωση, τήν ὁποία διδάσκει ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος µέ τό δικό του παράδειγµα.
«Καί ὄχι µόνον δέν εἶµαι ἄξιος νά σᾶς διδάξω ἀλλά µήτε τά ποδάρια σας νά φιλήσω … Εἶµαι λοιπόν καί ἐγώ, ἀδελφοί µου, ἄνθρωπος ἁµαρτωλός, χειρότερος ἀπό ὅλους· εἶµαι ὅµως δοῦλος τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ ἐσταυρωµένου καί Θεοῦ. Ὄχι πώς εἶµαι ἄξιος νά εἶµαι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ᾽ ὁ Χριστός µου µέ καταδέχεται διά τήν εὐσπλαγχνίαν του».
Ἀπό ἀληθινή ταπείνωση λέει, «ὅτι εἶναι φιλάργυρος καί ἀγαπᾶ τά γρόσια».
Ὁ Ἅγιος λέει µέ ταπείνωση πάλι γιά τόν ἑαυτό του: «Μέ βλέπετε καί ἐµέ µέ αὐτά τά γένεια; Εἶναι γεµᾶτα ὑπερηφάνειαν, καί ὁ Θεός νά τήν ξερριζώσῃ ἀπό τήν καρδίαν µας».
Καί ὅταν διδάσκει, δέν διδάσκει ὡς δάσκαλος, «ἀλλ᾽ ὡς ἀδελφός· διδάσκαλος µόνος ὁ Χριστός µας εἶναι».
Λόγοι µοναδικοί καί ἀνεπανάληπτοι.
Στή διδασκαλία του περί ταπεινώσεως ὁ Ἅγιος λέει, ὅτι ὁ διάβολος ἔπεσε ἀπό ὑπερηφάνεια. Ἀντίθετα τά ἐννέα τάγµατα τῶν ἀγγέλων στολίζονται µέ ταπείνωση πρός τήν Παναγίαν Τριάδα. «Ἡ ταπείνωσις ἐβάσταξε τούς Ἀγγέλους εἰς τόν οὐρανόν».
Γι᾽ αὐτό ὁ Ἅγιος λέει, ὅτι, «ὅταν βλέπουµε ταπεινό ἄνθρωπο, τόν βλέπουµε σάν ταπεινό ἄγγελο καί ὅταν δοῦµε ὑπερήφανο, σάν νά βλέπουµε διάβολον».
Ὁ Ἅγιος σέ µιά ἀποστροφή τοῦ λόγου του κτυπᾶ τήν ὑποκρισία, τήν ταπεινολογία. «Μπορεῖς νά βγῇς στήν ἀγορά γυµνός; Βγαίνεις στό παζάρι µέ µισό µουστάκι; Δέν λέω νά τό κάνετε, ἀλλά θέλω νά πῶ νά µή λέτε ὅτι εἴσθε ταπεινοί».
Οἱ πρωτόπλαστοι «ἔπεσαν ἀπό ὑπερηφάνεια». Καί µέ ὑπερηφάνεια ἀπάντησαν στόν Θεό πού τούς ρώτησε, τί συνέβη.
Ἐνῶ ἡ ταπείνωση εὐωδιάζει, ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι δυσοσµία γιά τόν ἄνθρωπο. Ἀναφέρουµε τό παράδειγµα, πού χρησιµοποιεῖ ὁ Ἅγιος γιά τήν ταπείνωση.
Ὅταν δύο διαβάτες, ἕνας ἄγγελος καί ἕνας λαϊκός, συνάντησαν ἕνα ψοφίµι, ὁ λαϊκός ἔπιασε τήν µύτη του ἀπό τή βρώµα. Ὅταν πέρασε µπροστά τους περήφανα µιά κοπέλα καί βρωµοῦσε ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, τότε ὁ ἄγγελος ἔπιασε τήν µύτη του, λέγοντας ὅτι «κανένα πρᾶγµα δέν βρωµᾶ τοῦ Θεοῦ περισσότερον ὡσάν τήν ὑπερηφάνειαν». Δεῖγµα ταπεινώσεως εἶναι νά κατηγορήσει ὁ χριστιανός τόν ἑαυτό του, ὅταν πρόκειται νά ἐξοµολογηθεῖ.
γ΄. Ἡ ὑπακοή
Ἡ ὕπαρξη τῆς ταπεινώσεως φαίνεται ἀπό τήν ὑπακοή πού δείχνει ὁ χριστιανός στόν Θεό καί στούς Πνευµατικούς Πατέρες.
Ἡ ὑπακοή φαίνεται, ὅταν ζητοῦµε τή γνώµη τους, τή συµβουλή καί τήν εὐλογία τους, γιά κάτι πού θέλουµε νά κάνουµε. Ὁ Ἅγιός µας πρίν νά βγεῖ στό ἱεραποστολικό του ἔργο πῆρε εὐλογία.
«Ἐσυµβουλεύθηκα τούς πνευµατικούς Πατέρας, ἀρχιερεῖς, πατριάρχας, τούς ἐφανέρωσα τόν λογισµόν µου».
δ΄. Ἡ προσευχή
Ὁ Ἅγιός µας εἶναι θεωµένος. Ἑνωµένος µέ τόν Θεό. Ἡ ζωή του εἶναι µία προσευχή, γι᾽ αὐτό διδάσκει τήν προσευχή.
Λειτουργική προσευχή
Προτείνει ὁ Ἅγιος τή συµµετοχή στή λειτουργική ζωή καί ἰδιαίτερα στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας µας καί τίς Ἀκολουθίες.
Τόν Ναό τόν παροµοιάζει µέ παράδεισο. Τό δέ Ἅγιον Βῆµα µέ τόν θρόνο τοῦ Χριστοῦ.
Συνιστᾶ εὐλάβεια, σεβασµό καί φόβο Θεοῦ κατά τή Θεία Λειτουργία.
Συµβουλεύει τούς ἱερεῖς, πῶς νά τελοῦν τά µυστήρια τῆς βαπτίσεως, καί τοῦ Γάµου καί τῆς Θείας Λειτουργίας.
Συµβουλεύει καί τούς χριστιανούς, πῶς νά συµµετέχουν στά Μυστήρια.
Ἐκτενεῖς εἶναι οἱ ἀναφορές του στή σπουδαιότητα τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς καί τοῦ ἐκκλησιασµοῦ κατ᾽ αὐτήν.
Ἡ ἀτοµική προσευχή.
Γιά τήν ἀτοµική προσευχή ἰδιαίτερα συνιστᾶ τή νοερά προσευχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν µε τόν ἁµαρτωλόν», µαζί µέ τό σηµεῖο τοῦ Σταυροῦ στό σῶµα µας. Χαρακτηριστικά λέει: «Ἀδελφοί μου, ἤ τρώγετε ἤ πίνετε ἤ δουλεύετε νά μή σᾶς λείπει αὐτός ὁ λόγος αὐτός καί ὁ σταυρός̇ καί καλόν καί ἅγιον εἶναι νά προσεύχεσθε πάντοτε, τήν αὐγή, τό βράδυ, τά µεσάνυκτα».
Αὐτή ἡ προσευχή νά γίνεται µαζί µέ κοµποσχοίνι.
«Σᾶς παραγγέλλω λοιπόν τοῦτο νά κάµετε· νά πάρετε ὅλοι ἀπό ἕνα κοµπολόγιον καί αὐτό τό κοµπολόγιον νά ἔχῃ ἑκατόν τρία σπυριά καί εἰς κάθε σπυρίον νά λέγετε: “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διά τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησόν µε τόν ἁµαρτωλόν καί ἀνάξιον δοῦλόν σου”».
Βασική προϋπόθεση «γιά νά ποῦµε τόν Θεόν Πατέρα µέ τό “Πάτερ ἡµῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς”» εἶναι, κατά τόν Ἅγιο «νά εἴµεθα εὔσπλαγχνοι καί νά κάµνωµεν τούς ἀδελφούς µας νά εὐφραίνωνται».
Ἡ προσευχή εἶναι ὅπλο κατά τοῦ διαβόλου. Μέ τήν «προσευχή κατακαίεται καί φεύγει ὁ διάβολος».
Ὅλοι οἱ Ἅγιοι «ἄνδρες καί γυναῖκες ἔζησαν µέσα εἰς τόν κόσµον» µεταξύ τῶν ἄλλων µεταχειρίσθηκαν καί τήν προσευχή «καί ἐπέρασαν καί ἐδῶ καλά καί ἐπῆγαν εἰς τόν παράδεισον νά χαίρωνται πάντοτε».
Παράδειγµα ἀποτελεσµατικῆς προσευχῆς δείχνει τούς δικαίους προπάτορες Ἰωακείµ καί Ἄννα. Τό ἀποτέλεσµα τῆς προσευχῆς τους ἦταν ἡ γέννηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
• Ἡ δέ ὡραιοτέρα προσευχή πρός τή Θεοτόκο εἶναι ὁ Ἀκάθιστος Ὕµνος, προσευχή τήν ὁποία «οἱ χριστιανοί πρέπει νά λέµε καθηµερινά».
Ἡ προσευχή στήν Παναγία ἔχει µεγάλη δύναµη. Μέ τήν προσευχή ἡ Παναγία ἔδωσε τό φῶς «στήν µοναχή Μαρία», πού γιά νά κρατήσει τήν ἁγνότητά της, ἔβγαλε τά µάτια της.
• Ὁ Ἅγιος προσεύχεται καί µᾶς δίνει παραδείγµατα προσευχῆς.
-«Τόν Χριστόν µας παρακαλῶ νά µέ καθαρίσῃ ἀπό κάθε ἁµαρτίαν ψυχικήν καί σωµατικήν».
-«Τόν Χριστόν µας παρακαλῶ νά µέ δυναµώσῃ νά νικήσω τούς τρεῖς ἐχθρούς: Τόν κόσµον, τήν σάρκα καί τόν διάβολον».
-«Τόν Χριστόν µας παρακαλῶ νά µέ ἀξιώσῃ νά χύσω καί ἐγώ τό αἷµά µου διά τήν ἀγάπην του καθώς τό ἔχυσε καί Ἐκεῖνος διά τήν ἀγάπην µου».
• Ὁ Ἅγιος µᾶς ζητᾶ µέ ταπείνωση, νά προσευχόµαστε γιά ἐκεῖνον.
-«Παρακαλεῖτε τόν Θεόν δι᾽ ἐµένα τόν ἁµαρτωλόν, νά παρακαλῶ καί ἐγώ διά λόγου σας, ὅσον καιρόν καί ἄν ζήσω».
• Τέλος µᾶς προτρέπει «νά προσεύχεσθε».
ε΄. Ἡ µνήµη τοῦ θανάτου
Εἶναι κάτι πού ἔζησε ὁ ἴδιος καί τό διδάσκει. Βάσταξε «τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώµατι αὐτοῦ».
Ὁ ὕπνος λέει «εἶναι µικρός θάνατος καί ὁ θάνατος µεγάλος ὕπνος». Καί «διδάσκαλος καλύτερος ἀπό τόν θάνατο δέν εἶναι».
Ἀπευθυνόµενος στούς γέροντες καί τίς γερόντισσες προτρέπει «νά καταλάβουν ἀπό τά ἄσπρα τους µαλλιά, ὅτι τό σιτάρι εἶναι γιά θερισµό, δηλαδή γιά θάνατο». Γι᾽ αὐτό νά µήν ἀσχολοῦνται µέ µάταια. Καί ἀπ᾽ αὐτή τή µνήµη νά ὁδηγοῦνται στήν αἰωνιότητα, «τήν ὁποία µᾶς χάρισε ὁ Χριστός µέ τήν ζωηφόρφο Ἀνάστασί Του».
Τό δέ «στασίδι µας νά τό θεωροῦµε τάφο µας». «Ὅταν πηγαίνωμεν εἰς τήν ἐκκλησίαν, νά στεκώμαστε μέ εὐλάβειαν, μέ φόβον καί τρόμον, διά νά λάβωμεν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν μας. Καί καθώς, ὅταν μπαίνωμεν μέσα εἰς τόν τάφον καί λησμονοῦμεν ὅλα τά κοσμικά, ὁμοίως καί ὅταν μπαίνωμεν μέσα εἰς τό στασίδι πρέπει νά λησμονοῦμε ὅλα τά κακά. Τό στασίδι τί εἶναι; Ἕνας τάφος ὀρθός καί μᾶς τόν ἐχάρισεν ὁ Θεός διά διδάσκαλον νά μπαίνωμεν μέσα καί νά στοχαζώμαστε τάς ἁμαρτίας μας, τόν θάνατον, τήν κόλασιν, τόν παράδεισον»
ς΄. Πτωχεία – Ἐλεηµοσύνη
Ἡ πτωχεία εἶναι ἀρετή τοῦ µοναχοῦ, πού µπορεῖ ὅµως, νά τή µιµηθεῖ καί ὁ χριστιανός.
Ὁ Ἅγιος ζεῖ τήν πτωχεία. Δέν ἔχει «µήτε σακκούλα, µήτε σπίτι, µήτε κασσέλλα, µήτε ἄλλο ράσο ἀπό αὐτό ὁπού φορεῖ».
Παρακαλεῖ τόν Κύριο «µέχρι τέλους τῆς ζωῆς του νά τόν ἀξιώσῃ νά µήν ἀποκτήσῃ σακκούλα», διότι ἔτσι χάνει καί «τούς ἀδελφούς καί τόν Θεό».
Παράδειγµα ἀναφέρει τήν Ἁγία Παρασκευή, ἡ ὁποία «µείνασα ὀρφανή ἐμοίρασε ὅλην της τήν περιουσίαν εἰς τούς πτωχούς καί μέ αὐτά ἠγόρασε τόν παράδεισον».
Συμβουλεύει τούς κοσμικούς χριστιανούς, γιά νά ξεφεύγουν ἀπό τό πάθος τῆς φιλαργυρίας, νά κάνουν τά ἑξῆς:
Νά ἀποφεύγουν τόν ὑπερβολικό στολισμό τοῦ σώματος. Ἰδιαίτερα οἱ γυναῖκες νά ρίξουν περιττά σκουλαρίκια, δακτυλίδια.
Νά μήν ἐργάζονται τήν Κυριακή γιά χρήματα.
Νά εἶναι φιλόξενοι σάν τόν δίκαιο Ἰωακείµ. «Μέ τήν φιλοξενίαν σέ πτωχούς, τυφλούς, χωλούς καί ὄχι πλουσίους, ἀγοράζωμεν τόν παράδεισον».
Πιό φανταχτερή περίπτωση εἶναι ἡ φιλοξενία τοῦ Ἀβραάµ, πού ἀξιώθηκε νά φιλοξενήσει τήν Ἁγία Τριάδα.
Ἡ φιλοξενία εἶναι ἕνας ἄλλος τρόπος ἐλεηµοσύνης, πού ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο.
Μέ τήν ἐλεημοσύνη ὁ χριστιανός ἀγοράζει τόν παράδεισο.
• « Καί ὅσον βίον ἔχομεν, ἀδέλφια καί ἀδελφές μου, ἐδῶ εἰς τήν γῆν θέλει μείνει ἀπομείνει. Μονάχα ὅση ἐλεημοσύνη ἐδώσατε, αὐτό θέλετε ἔχει βοήθεια εἰς τήν ψυχήν σας. Ὅ,τι ἐδώσατε τῶν πτωχῶν δι᾽ ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, θέλετε νά λάβετε τό ἕνα ἑκατόν παρά τοῦ Χριστοῦ».
• Τήν ἐλεηµοσύνη στά πτωχά παιδιά τήν ἀναφέρει πάρα πολλές φορές ὁ Ἅγιος. Τέταρτο ζύγισµα, ἡ ἀγάπη στά φτωχά τά παιδιά. «Ἄν ἠγάπας τό ὀρφανό τό παιδί, τοῦ ἔπαιρνες ἕνα ὑποκάµισο ὁπού εἶναι γυµνό, νά παρακαλῇ καί ἐκεῖνο διά τήν ψυχήν σου. Τότε εἶναι ἀληθινή ἡ ἀγάπη, ἀµή τώρα εἶναι ψεύτικη. Δέν εἶναι ἔτσι, χριστιανοί µου; Μέ ψεύτικην ἀγάπην δέν πηγαίνοµεν εἰς τόν πα-ράδεισον. Τώρα σάν θέλῃς νά κάµῃς τήν ἀγάπην µάλαµα, πάρε καί ἔνδυσε τά φτωχά παιδιά, καί τότε νά βάλω νά σέ συγχωρήσωσι. Τό κάµνεις τοῦτο;
• Ἡ ἐλεηµοσύνη βοηθᾶ τήν ψυχή τοῦ «κεκοιµηµένου».
• «Τελεία ἀγάπη, εἶναι νά πωλήσῃς ὅλα σου τά πράγµατα καί νά τά δώσῃς ἐλεηµοσύνην, καί σύ νά πωληθῇς σκλάβος».
Ἐδῶ ἀναφέρει τήν περίπτωση ἑνός Ἐπισκόπου πού πουλήθηκε γιά νά ἐλευθερωθεῖ ἕνας σκλάβος νέος.
• Ἄν κανείς δέν µπορεῖ νά κάνει µεγάλες θυσίες πρός τούς ἄλλους, µπορεῖ νά δώσει «τό ἥµισυ, τό τρίτον, ἤ τό τέταρτον» ἤ τουλάχιστον νά «μή παίρνῃ τοῦ ἀλλουνοῦ, νά µή κατατρέχῃ, νά µή συκοφαντῇ».
• Τήν ἐλεηµοσύνη νά τήν ἐξασκεῖ κανείς «μόνος του», ὅσο ζεῖ. Νά µήν ἀφήνει διαχειριστές ἄλλους µετά τόν θάνατό του.
Μέ ἐλεημοσύνην «τιμῶμεν τήν Κυρίαν Θεοτόκον».
«Οἱ μάρτυρες μέ τό αἷμα τους, οἱ ἀσκητές μέ τήν ἀσκητικήν ζωήν ἀγόρασαν τόν παράδεισο. Καί ἐμεῖς μποροῦμε νά τόν ἀγοράσουμε μέ τήν ἐλεημοσύνη»
Μέ τή φιλαργυρία κολάσθηκε ὁ Ἰούδας, πού ἐξ αἰτίας της πρόδωσε τόν Χριστό.
ζ΄. Νηστεία
Προτείνει τήν ἐξοµολόγηση µαζί µέ τή νηστεία καί τήν προσευχή σάν «ἅρµατα πού µᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεός διά νά πολεµοῦµε τόν διάβολον» .
«Καί ἄς εἶναι δεδοξασμένος ὁ Θεός ὁπού μᾶς ἐχάρισε τρία ἄρματα μέ τά ὁποῖα νά πολεμῶμεν τόν διάβολον. Ἀνίσως καί εἶναι ἐδῶ τινας ἀπό σᾶς καί δαιμονίζεται, καί θέλει νά μάθῃ τά ἰατρικά, εὔκολον εἶναι· ἐξομολόγησις, νηστεία καί προσευχή. Ὅσον ἐξομολογεῖται ὁ ἄνθρωπος, νηστεύει καί προσεύχεται, τόσον κατακαίεται καί φεύγει ὁ διάβολος». Πρέπει «νά νηστεύωμεν Τετάρτην καί Παρασκευήν καί τήν Μεγάλην Τεσσαρακοστήν». Ἔτσι νομοθέτησαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας «διά νά νεκρώνωμεν τά πάθη καί νά ταπεινώνωμεν τό σῶμα, καί μάλιστα μέ τά ὀλίγα ζῶμεν μέ εὐκολίαν».
Ἡ νηστεία ἔχει ὡς σκοπό νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο, «νά μή ξαναπέσῃ εἰς τήν ἁμαρτίαν».
Ἐπαινεῖ ἐκείνους πού κάνουν τριήμερο τήν Καθαρή Ἑβδομάδα, ὅπως ἐπίσης κι αὐτόν πού θά νηστεύσει ἔστω μόνο τή μία ἡμέρα.
Παράδειγμα νηστείας ἀναφέρει τήν Ἁγία Παρασκευή, πού εἶχε τή νηστεία σάν κορδόνι «ὅπου ἔκαμνεν τόν λαιμόν της καί ἔλαμπεν ὡς ἥλιος».
Ὁ μοναχός «νά τηγανίζῃ τό σῶμα του μέ νηστεῖες, καθώς τηγανίζει τό ψάρι». Ἔτσι θά μπορέσει «νά ταπεινώσῃ τήν σάρκα, ὅπου εἶναι ἕνας λύκος, ἕνα γουρούνι, ἕνα θηρίον, ἕνα λεοντάρι».
Ἡ διδασκαλία αὐτή τοῦ Ἁγίου, ὅπως εἴπαμε καί στήν ἀρχή ἀφορᾶ καί ἐμᾶς τούς σύγχρονους Ἕλληνες, μᾶς ἐπαναπροσανατολίζει στόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή συνάντηση μέ τόν γλυκύτατο μας Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.