Μέ ἰδιαίτερη ἐκκλησιαστική λαμπρότητα μέσα στήν ἀναστάσιμη καί εὐφρόσυνη περίοδο τοῦ Πάσχα, ἑορτάζεται κι ἐφέτος ἡ μνήμη τῆς ἁγίας καί ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος καί Ἰσαποστόλου Φωτεινῆς τῆς Σαμαρείτιδος, πολιούχου καί προστάτιδος τῆς πόλεως τῆς Νέας Σμύρνης καί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.
Προσκεκλημένοι Ἱεράρχες στήν ἐφετινή μας πανήγυρη ἦταν οἱ Σεβασμ. Μητροπολίτες Νικοπόλεως καί Πρεβέζης κ. Χρυσόστομος καί Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καί Ἀρδαμερίου κ. Θεόκλητος.
Τό ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου 1ης Ἰουνίου στίς 7, τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς, τελέσθηκε ὁ Μέγας Πανηγυρικός πολυαρχιερατικός Ἑσπερινός χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καί Ἀρδαμερίου κ. Θεoκλήτου, ὁ ὁποῖος καί ἐκήρυξε τόν θεῖο Λόγο μετά τήν προσφώνηση τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου μας κ. Συμεών.
Ὁ Μητροπολίτης Ἱερισσοῦ, ἐκφράζοντας τήν ἀγάπη καί τόν σεβασμό του πρός τόν ἅγιο Νέας Σμύρνης, τόνισε ὅτι ἡ Σμυρνέϊκη ἑορτή τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς ἐντάσσεται κάθε φορά μέσα στό κλῖμα τῆς περιόδου τοῦ Πάσχα. Ἀναστάσιμη ἑορτή μέ ἀναστάσιμη χαρά.
Κατόπιν ἀνέφερε ὅτι ἡ συνάντηση τοῦ Ἰησοῦ μέ τή Σαμαρείτιδα, μιά βιβλική περικοπή ἀπό τό κατά Ἰωάννην εὐαγγέλιο, μᾶς ἀποκαλύπτει τό τί σημαίνει πιστεύω στόν Θεό. Πιστεύω στόν Θεό, δέν σημαίνει ὅτι ἀποδέχομαι τήν ὕπαρξη μιᾶς ἀνώτερης δύναμης. Πιστεύω στόν Θεό σημαίνει ἀναζητῶ τόν Θεό, καθαρίζω τόν ἑαυτό του ἀπό τά πάθη, συναντῶ τόν Θεό καί “λούζομαι” μέσα στή χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι μιά ἁπλῆ ἀποδοχή. Πιστεύω στόν Θεό σημαίνει ἑνώνομαι μέ τόν Θεό, κι αὐτό πράττω. Δέν ἀνακαλύψαμε ἐμεῖς τόν Θεό, οὔτε “φτιάξαμε” ἐμεῖς τόν Θεό, δέν βρήκαμε τόν Θεό, ἀλλά μᾶς βρῆκε ὁ Θεός.
Στήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Κυρίου μας λέει πώς «ἐφανέρωσά σου τό ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις» (Ἰωάν. 17,6), δηλαδή ὁ Ἰησοῦς ἔκανε γνωστό τόν Θεό στούς ἀνθρώπους. Αὐτό σημαίνει πώς ὁ Θεός φανερώθηκε στήν κατά Χριστόν οἰκονομία, δηλαδή σέ ὅλα τά γεγονότα πού ἀναφέρονται στόν δεσπότη Χριστό. Πιστεύουμε λοιπόν σέ Ἐκεῖνον πού ἐκήρυξαν οἱ εὐαγγελιστές Ματθαῖος, Μάρκος, Λουκᾶς καί Ἰωάννης. Ἔχουμε τέσσερις ἐγγυητές τῆς φανερώσεως καί τῆς ἱστορίας τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἐπισημαίνει: «Οὐ γάρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τήν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καί παρουσίαν, ἀλλ’ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος (Β΄Πέτρ. 1,16). Δηλαδή, δέν βασιστήκαμε σέ περίτεχνους μύθους γιά νά σᾶς γνωστοποιήσουμε τή δυναμική ἔλευση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχουμε δεῖ μέ τά ἴδια μας τά μάτια τό μεγαλεῖο του.
Καί ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης θά συμπληρώσει: «Ὅ ἦν ἀπ’ ἀρχῆς, ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς… ὅ ἑωράκαμεν καί ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ’ ἡμῶν» (Α΄ Ἰωάν. 1,1-3). Δηλαδή, ὁ Θεός Λόγος ὑπῆρχε ἐξ ἀρχῆς. Ἐμεῖς τόν ἔχουμε ἀκούσει καί τόν ἔχουμε δεῖ μέ τά ἴδια μας τά μάτια. Μάλιστα τόν εἴδαμε ἀπό κοντά, καί τά χέρια μας τόν ψηλάφησαν… αὐτό πού εἴδαμε κι ἀκούσαμε, τό ἀναγγέλλουμε σ’ ἐσᾶς, γιά νά συμμετάσχετε κι ἐσεῖς μ’ ἐμᾶς στήν ἴδια κοινωνία.
Στή συνάντηση μέ τή Σαμαρείτιδα ὁ Ἰησοῦς τῆς λέει νά φωνάξει καί νά φέρει τόν ἄνδρα της. Ἐκείνη ἀπαντᾶ ὅτι δέν ἔχει ἄνδρα. Ἐκεῖ ἀποκαλύπτεται –μέσα ἀπό τόν διάλογο– πώς ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ ἀληθινός Θεός. Ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι «Ἕλλησι μέν οὖν πιθανολογία ἡ θεολογία, διό καί διαλεκτικός ἅπας ὁ δοκῶν αὐτοῖς θεολογικός συλλογισμός, ἐξ ἐνδόξων ἔνδοξον, ταὐτόν δέ εἰπεῖν πιθανός ἐκ πιθανῶν» (Πρός Ἀκίνδυνον Α΄). Σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τή φιλοσοφία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, πού βασιζόταν στόν διαλεκτικό συλλογισμό, βρίσκεται ἡ χριστιανική θεολογία. Διότι ἡ θεολογία πού βασίζεται στή διαλεκτική μέθοδο γίνεται πιθανολογία. Γι’ αὐτό πάλι ὁ ἅγιος Γρηγόριος γράφει χαρακτηριστικά πώς «ἡμεῖς δέ οὐκ ἐξ ἐνδόξων ἐπί τό θεολογεῖν ὁρμόμεθα ἀρχῶν, ἀλλ’ ἀμεταπείστως περί ταύτας ἔχομεν, θεοδιδάκτους οὔσας».
Ἐπειδή ὁ Θεός σαρκώθηκε, ἐπειδή ὁ Θεός σταυρώθηκε, ἐπειδή ὁ Θεός ἀναστήθηκε, μποροῦμε νά θεολογοῦμε καί νά μιλᾶμε μέ βεβαιότητα γιά τόν Θεό. Ὁ Θεός ἀποκαλύφθηκε ἀπό μόνος Του. Ἑπομένως, πιστεύω στόν Θεό, σημαίνει πιστεύω στόν Χριστό. Πιστεύω στόν Χριστό, σημαίνει πιστεύω στόν Θεό. Ἄν δέν πιστεύω στόν Χριστό, εἶμαι ψεύτης. «Πᾶν πνεῦμα ὅ μή ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦν Χριστόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι» (Α΄ Ἰωάν. 4,3). Δηλαδή, ὅποιος δέν παραδέχεται ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦρθε καί ἔγινε ἀληθινός ἄνθρωπος, δέν ἔχει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἄρα, δέν πιστεύεις στόν Χριστό; Δέν πιστεύεις στόν Θεό.
Τελειώνοντας ὁ Σεβασμ. Ἱερισσοῦ κ. Θεόκλητος ἀνέφερε: «Ἀπό τήν ὥρα πού ἦρθα στή Νέα Σμύρνη, ἀπολαμβάνω ἕνα μέτρο, τό μέτρο πού ἔχει ὁ Σεβασμιώτατός σας, τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἔχετε, Σεβασμιώτατε, καταγράψει πολλά καί ὡραῖα βιβλία, εἶστε ὁ Διδάσκαλος τοῦ κηρύγματος. Ἐμεῖς ὑποβάλλομεν μετάνοια, διότι εἶσθε θεμέλιον, δοκός, στῦλος τῆς Ἐκκλησίας. Εἶστε ὁ ἐγγυητής τῆς παραδόσεως τῆς ἀλήθειας τῆς Ἐκκλησίας στήν Ἱεραρχία. Νά εἶναι τά ἔτη σας πολλά, εὐλογημένα καί καλλίκαρπα. Γι’ αὐτό ἀπόψε ἤρθαμε, γιά νά σᾶς τιμήσουμε».
————
Τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς, 2 Ἰουνίου, ὁ Ὄρθρος ἄρχισε στίς 7. Στόν Ὄρθρο χοροστάτησε ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης Νικοπόλεως καί Πρεβέζης κ. Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος καί προέστη τῆς πολυαρχιερατικῆς θείας Λειτουργίας πού ἀκολούθησε.
Ὁ Σεβασμ. Νικοπόλεως προσφώνησε μέ τόν χαιρετισμό «Χριστός ἀνέστη!» τό συναγμένο πλήρωμα καί ἐξέφρασε τίς εὐχαριστίες του στόν Σεβασμ. Μητροπολίτη καί σεπτό Ποιμενάρχη μας γιά τήν πρόσκλησή του νά γίνουμε σήμερα συμπανηγυριστές γιά νά ζητήσουμε τίς πρεσβεῖες ὄχι μόνο αὐτῆς πού συνομίλησε μέ τόν Χριστό, ἀλλά ἐκείνης πού Τόν ἀκούμπησε, πού Τόν εἶδε καί πού τῆς ἀποκαλύφθηκαν σπουδαῖα πράγματα ἀπό τή ζωή της.
«Ἡ σημερινή πρόσκληση», εἶπε, «ἀναμοχλεύει μνῆμες καί γεγονότα τοῦ παρελθόντος ἀπό τίς ἀλησμόνητες πατρίδες στή Σμύρνη, πού σάν σήμερα μαζεύονταν γιά νά γιορτάσουν τή μνήμη της στόν ὁμώνυμο Ναό τῆς Σμύρνης καί πρόσφυγες ἔφυγαν ἀπό ἐκεῖ πρίν ἀπό ἑκατό χρόνια καί ἵδρυσαν καί ἔστεισαν αὐτό τόν Ναό γιά νά θυμοῦνται τήν ἀγαπημένη τους ἁγία Φωτεινή στήν πόλη τῆς Σμύρνης. Διπλές, λοιπόν, οἱ εὐχαριστίες μας γιά θρησκευτικούς καί πατριωτικούς λόγους, καθώς ἀντικρύζουμε τό περίφημο αὐτό Τέμπλο τήν ἱστορία τοῦ ὁποίου μᾶς ἐξήγησε ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης στόν Ἑσπερινό χθές βράδυ».
«Στήν εὐαγγελική μας περικοπή περιγράφεται μιά συνομιλία. Ὁ Κύριος πάει στή Σαμάρεια, σταματάει νά ξεκουραστεῖ στό πηγάδι τοῦ Ἰακώβ καί νά δροσιστεῖ. Συναντάει μιά γυναίκα. Ποιά; Μιά γυναίκα ἀλλοεθνῆ, ἁμαρτωλή, ἐχθρική, χωριάτισσα. Κάθεται καί συνομιλεῖ μαζί της καί ἀπό ἀγάπη καί μέ ἀγάπη. Ὑπερβαίνει καί τίς διακρίσεις καί τίς θρησκευτικές καί τίς φυλετικές, γι’ αὐτό πού θά πεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀργότερα «οὐκ ἕνι Ἰουδαῖος οὐδέ Ἕλλην, δοῦλος ἤ ἐλεύθερος, πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστέ». Τιμᾶ τήν γυναίκα στό πρόσωπο τῆς Σαμαρείτιδας. Δέν λογαριάζει τήν ἀξιοπρέπειά του, καθώς τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν ἀναξιοπρεπές νά συνομιλεῖ μέ μιά γυναίκα, πολλῷ δέ μᾶλλον ὅταν αὐτός ὁ Ἰουδαῖος ἦταν διδάσκαλος ἤ Ραββί. Ὁ Χριστός δέν τά ὑπολογίζει αὐτά. Ἡ ἀγάπη Του νικᾶ ὅλες τίς προκαταλήψεις καί τίς φυλετικές διακρίσεις. Κάθεται ταπεινά καί συνομιλεῖ μαζί της, καί προκαλεί τήν ἀπορία τῶν μαθητῶν Του, καθώς θεωρεῖται ἡ γυναῖκα κατώτερης τάξης καί δεύτερης κατηγορίας ἄνθρωπος.
* * *
Τῆς ἀποκαλύπτει τρεῖς μεγάλες θεολογικές ἀλήθειες: Ἡ πρώτη ἀλήθεια ἔχει σχέση μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς. Τήν μεσσιανική Του ἰδιότητα. Πολλές φορές ἐρωτώμενος ἀπό τούς μαθητές Του ἄν εἶναι ὁ Μεσσίας, δέν ἀπαντοῦσε καί σιωποῦσε. Τώρα εὐθέως τῆς ἀπαντᾶ ὅτι «ἐγώ εἶμαι ὁ Μεσσίας, ὁ λαλῶν σοι», τῆς λέει δηλαδή ὅτι εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Λίγο ἀργότερα πού ἀποκαλύπτεται πάλι σέ γυναῖκες, στίς Μυροφόρες, πού, ἄν καί δέν ἀνῆκαν στόν στενότερο ἀλλά στόν εὐρύτερο κύκλο τῶν μαθητῶν, καί ἦταν αὐτές πού ἄκουσαν πρῶτες τό «Χαίρετε!». Ὁ στενότερος κύκλος Τόν εἶχε ἐγκαταλείψει, ἐνῶ αὐτές στά πλαίσια τῆς ἀληθινῆς ἀνθρώπινης ἀγάπης γι’ Αὐτόν, ἦρθαν νά δοῦν τόν ἀναστάντα Κύριο. Γεύτηκαν τή χαρά τῆς Ἀναστάσεως, πού εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ δεύτερη ἀλήθεια πού ἀποκαλύπτει εἶναι τά περί τῆς λατρείας. Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ, τῆς λέει, εἶναι πολύ ἀνώτερη καί ἀπό αὐτό πού λένε οἱ Ἰουδαῖοι, ὅτι θά πρέπει νά λατρεύεται στήν Ἱερουσαλήμ, καί ἀπό αὐτό πού λένε οἱ Σαμαρεῖτες, ὅτι θά ἔπρεπε νά λατρεύεται στό ὄρος Γαριζίν. Ὁ Θεός δέν ἐγκλωβίζεται οὔτε ἀπό τόπο οὔτε ἀπό χρόνο. Διότι ὁ Θεός εἶναι πνευματικός. «Πνεῦμα ὁ Θεός», πού ἐγκαινιάζει τήν πνευματική λατρεία καί δέν ἐγκλωβίζεται στόν χρόνο καί «τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν».
Ἡ τρίτη ἀλήθεια εἶναι ὅτι μπορεῖ νά δώσει τό ζωντανό νερό τό τρεχούμενο, πού ὅποιος τό πιεῖ δέν θά διψάσει ποτέ ὁ ἄνθρωπος, καί δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιά νά ξεδιψάσουμε πραγματικά, βαθιά, ἀληθινά, νά εἰρηνεύσουμε μέ τόν Θεό, μέ τούς ἄλλους καί κυρίως μέ τόν ἑαυτό μας, γιατί πολλές φορές ἐμεῖς ἔχουμε τό πρόβλημα μέ τόν ἑαυτό μας, χρειαζόμαστε τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιά νά ἑνωθοῦμε μεταξύ μας μέ ἀγάπη ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο. Τό κοντάκιο τῆς Πεντηκοστῆς μᾶς λέει: «Ὅτε τοῦ πυρός τάς γλῶσσας διένειμε εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε». Αὐτή εἶναι ἡ οὐσία: γι’ αὐτό κατέβηκε τό Ἅγιο Πνεῦμα, γιά νά ἑνώσει τούς ἀνθρώπους: «ἵνα πάντες ἕν ὦσι», κατά τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Κυρίου μας. Ὅ,τι κάνουμε, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τό κάνουμε: ἀναπνεύουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, συντηρούμαστε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ζοῦμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό μᾶς χαρίζει ταπείνωση, ὅταν τό συνειδητοποιοῦμε καί κρατάει ἀνοιχτούς τούς οὐρανούς.
Ἡ Σαμαρείτιδα φάνηκε ἀντάξια τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Τήν ἤλεγξε ὁ Χριστός. Δέν θυμώνει, ἀλλά εἶχε τήν ταπείνωση ὅταν ὁ Θεός τῆς ἀποκαλύπτει τό παρελθόν της νά ἀκούσει ταπεινά ὅ,τι τῆς εἶπε. Τήν ἔκανε νά Τόν ἀγαπήσει καί νά Τόν ἀναγνωρίσει ὡς Μεσσία. Καί ἐπέστρεψε στό χωριό της καί εἶπε στούς συγχωριανούς της ὅτι γνώρισε, ἀνακάλυψε τόν Μεσσία. Καί πίστεψαν καί οἱ Σαμαρεῖτες ὄχι γιατί τούς τό εἶπε ἐκείνη, ἀλλά γιατί οἱ ἴδιοι Τόν εἶδαν καί Τόν πίστεψαν. Γι’ αὐτό καί ἀποκλήθηκε Ἰσαπόστολος, καί ὁδηγήθηκαν στό μαρτύριο μέ τήν οἰκογένειά της. Χρειάζεται, λοιπόν, ἡ δράση ἡ δική μας γιά νά γνωρίσουμε τόν Χριστό, γιά νά Τόν συναντήσουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ εἶναι ἡ κεφαλή.
Σέ ποιόν τόπο θά Τόν συναντήσουμε; Στήν Ἐκκλησία. Τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Εἶναι τά κτίσματα, τά μπετά, οἱ κολῶνες; Αὐτός εἶναι ὁ ναός. Ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία, τό ἔμψυχο ὑλικό, πού συναχθήκαμε σήμερα, γιά νά δοξολογήσουμε τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Θά Τόν συναντήσουμε καί θά μᾶς ἀποκαλυφθεῖ μέσα στήν εὐχαριστιακή κοινότητα πού εἴμαστε ὅλοι μας, κληρικοί καί λαϊκοί, καί ὄχι στόν ἑαυτό μας μόνο, καί ὄχι μόνο «οἱ παπᾶδες», ὅπως λένε ὑποτιμητικά κάποιοι.
Ὁ Θωμᾶς μετά τό Πάθος ἔφυγε στενοχωρημένος, γιατί δέν μποροῦσε νά πιστέψει ὅτι αὐτό συνέβη στόν διδάσκαλό Του. Ἀπομονώθηκε. Ὁ Χριστός δέν πῆγε νά τόν βρεῖ στήν ἀπομόνωσή του, στή μοναξιά του. Τόν βρῆκε, ὅταν ἦταν συναγμένοι οἱ μαθητές Του περνώντας μέσα ἀπό τίς πόρτες. Καί πῶς θά Τόν βροῦμε; Μέσα ἀπό τά Μυστήριά Του, καί ἰδιαίτερα μέσα ἀπό τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.
Ἀδελφοί μου, ἡ εὐλογία τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς καί οἱ διάπυρες ἐκτενεῖς πρεσβεῖες της νά βαθαίνουν καί νά κάνουν οὐσιαστικές τίς σχέσεις μας μέ τόν Θεό, ὄχι τυπικές, οὔτε ἐξωτερικές, οὔτε ἐπιφανειακές, οὔτε δημοσιοσχεσίτικες, ἀλλά νά τίς κάνει οὐσιαστικές καί πραγματικές, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε ὅλοι τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ».
—-
Στίς 6.30 τό ἀπόγευμα τελέστηκε ὁ μεθέορτος Ἑσπερινός στόν ὁποῖο χοροστάτησε ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καί Ἀρδαμερίου κ. Θεόκλητος.
Μετά τό πέρας τῆς ἀκολουθίας πραγματοποιήθηκε ἡ λιτανεία τῆς ἱερᾶς Εἰκόνας τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς καί τῶν τιμίων λειψάνων πού φυλάσσονται στόν Ἱερό Ναό. Πολλοί πιστοί συμμετεῖχαν στήν λιτανευτική πομπή ἀρχίζοντας ἀπό τόν Ἱ. Ναό μέχρι καί τήν Κεντρική Πλατεία τῆς πόλεως.
Στήν Πλατεία ἀναπέμφθηκε ἡ καθιερωμένη δέηση καί ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης κ. Συμεών ἀπηύθυνε πρός τόν λαό τόν ἀκόλουθο χαιρετισμό :
«Ἑόρτια ἡμέρα γιά ὁλόκληρη τήν πόλη μας ἡ σημερινή, προσφιλέστατοι ἀδελφοί μου. Ἐν μέσω τῆς ἀναστάσιμης περιόδου πού διανύουμε, ἑορτάζουμε τή μνήμη τῆς ἐνδόξου πολιούχου καί προστάτιδός μας Μεγαλομάρτυρος τοῦ Χριστοῦ μας Ἁγίας Φωτεινῆς.
Τό πρωί τελέσαμε τή θεία Λειτουργία, τό μέγα μυστήριο τῆς πίστεώς μας. Καί αὐτή τήν ὥρα λιτανεύουμε τήν ἱερή εἰκόνα τῆς Ἁγίας μας γιά νά εὐλογηθεῖ ἡ πόλη μας. Αὐτό τό νόημα ἔχει ἡ παρουσία μας τήν ὥρα τούτη στήν κεντρική πλατεία μας.
* * *
Ἀδελφοί μου,
Εἴμαστε Εὐρώπη! Δέν θά γίνουμε σήμερα. Εἴμαστε ἕνας ἀρχαῖος λαός πού δημιούργησε καί ἀκτινοβόλησε ἕνα μοναδικό πολιτισμό.
Παρά τίς φυλετικές μας ἀδυναμίες, τά φτωχά μας χώματα καί τίς ὀδυνηρές ἱστορικές περιπέτειές μας, ἀντέξαμε καί διαφυλάξαμε τόσο τήν ἐλληνικότητα ὅσο καί τήν ὀρθόδοξη χριστιανική μας πίστη.
Πάντοτε εἴμασταν ἀνοιχτοί στούς ἄλλους. Δώσαμε πολλά καί πήραμε κι ἐμεῖς ἀπό τούς ἄλλους. Τό δεύτερο ἴσως ἄκριτα. Μεγάλη ἀδυναμία μας ἡ ξενομανία καί ὁ ἀστόχαστος μιμητισμός.
Εἴμαστε Εὐρώπη! Νά γίνουμε περισσότερο. Σύμφωνοι! Ἐκλεκτικά ὅμως. Τά καλά νά πάρουμε· ὄχι τά σάπια. Ν᾽ ἀνεβοῦμε, ὄχι νά ξεπέσουμε.
Ἀντίσταση σέ παρακμιακά φαινόμενα. Ὄχι στόν ἀμοραλισμό καί τήν ἠθική κατρακύλα!
Σέ καμιά περίπτωση νά μήν χάσουμε ὡς λαός τήν ἰδιοπροσωπία μας. Νά μήν ἀποστοῦμε ἀπό τήν ἑλληνική μας παράδοση, τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τό εὐαγγελικό καί ἐκκλησιαστικό μας ἦθος.
Αὐτό θέλει καί αὐτό μᾶς συμβουλεύει ἡ ἁγία Φωτεινή!
Χριστός ἀνέστη!
Πολλά καί ἀναστάσιμα τά χρόνια ὅλων μας!».
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ