Μέ πρόσκληση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς καί Φαλήρου κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, τετιμημένου Ἱεράρχου τῆς καθ’ Ἑλλάδα Ἐκκλησίας καί ἐκλεκτοῦ φίλου του ἀπ’ τά παλιά, ὁ Ἐπίσκοπός μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ ἐπεσκέφθη κατά τάς 11 καί 12 τρέχοντος Μηνός τήν μεγαλώνυμο πόλη τοῦ Πειραιῶς καί μετεῖχε στίς λαμπρές λατρευτικές ἐκδηλώσεις καί πάνδημες Ἱερές Ἀκολουθίες τοῦ πανηγυρίζοντος ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, τοῦ πρώτου λιμανιοῦ τῆς Χώρας μας.
Ὁ πάγκαλος αὐτός Ναός, σῆμα κατατεθέν τοῦ Πειραιῶς καί γνωστός στό πανελλήνιο, ἀποτελεῖ τήν ἱστορική συνέχεια τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, ἡ ὁποία καί προσέφερε τήν περιουσία της κατά τήν ἐθνική παλιγγενεσία γιά νά κτισθῆ ἡ σημερινή πόλη τοῦ Πειραιῶς, ἡ ὁποία καί τιμᾶ τόν Ἅγιο Σπυρίδωνα ὡς μέγα της Προστάτη καί Πολιοῦχο.
Ἀνθοστόλιστος καί μυροβόλος ὁ ἱερός Ναός ὑπεδέχθη τά πλήθη τοῦ Λαοῦ καί τόν ἱερό Κλῆρο πού προσῆλθαν στήν πανήγυρη γιά νά λάβουν τήν εὐλογία τοῦ Ἁγίου. Προσκεκλημένος μαζί μέ τόν Ποιμενάρχη μας καί ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρῶν κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ὁ ὁποῖος ἐτίμησε μέ τήν παρουσία του τήν ἑορτή.
Κατά τόν Ἑσπερινό ἐχοροστάτησε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ εὐχαρίστησε τόν ἅγιο Πειραιῶς γιά τήν εὐγενική του πρόσκληση, ἔστρεψε τόν λόγο στόν τιμώμενο Ἅγιο. Περιέγραψε στό ἐκκλησίασμα τήν ἀκράδαντο πίστη στόν Κύριό μας τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος καί τήν παρρησία μέ τήν ὁποία τήν ἐξέφρασε ὡς πατήρ καί διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας κατά τήν Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενική Σύνοδο τό 325 μ. Χ.
Τί θά ἦταν οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, εἶπε ὁ ὁμιλητής, χωρίς τούς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας; Αὐτοί, συνδιασκεψάμενοι μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί κοινωνοί ὄντες τοῦ Θεοῦ, κατέγραψαν τήν ἀμώμητο πίστη μας καί ἀπέβησαν στόματα Θεοῦ καί στύλοι τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο ἐκήρυξε τόν Χριστό ὡς Σωτῆρα καί Λυτρωτή τοῦ κόσμου «… ἐν ᾧ ἔχομεν τήν ἀπολύτρωσιν» (Κολ. α΄,14), εἶπε ὁ Δεσπότης. Στό σημεῖο αὐτό ὑπενθύμισε τήν ἱστορία τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἀποστασίας του ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Ὡμίλησε γιά τήν αὐτοεξορία του ἀπό τό πατρικό σπίτι καί τήν περιπλάνησή του ἀνά τούς αἰῶνες μακράν τοῦ Πατρός, ἀλλά καί τή γλυκειά προσδοκία τῆς ἀποκαταστάσεώς του στήν πατρική σαγήνη.
Μιλώντας γιά τήν παγκόσμια προσδοκία τῆς ἀπολυτρώσεως ὁ Ἐπίσκοπός μας, καί μάλιστα ὅπως αὐτή ἐκφράστηκε στούς προχριστιανικούς λαούς, ἀνεφέρθη στά ἱστορικά κείμενα καί μνημεῖα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, Αἰγυπτίων, Περσῶν, Ρωμαίων, Βαβυλωνίων καί Ἑβραίων, ὅπου πλέον ἐναγωνίως τό ἀνθρώπινο γένος ἀποζητεῖ τόν Σωτῆρα καί μέ γλυκειά νοσταλγία μέσα ἀπό τό ποίημα, τό τραγούδι, τή φιλοσοφία, τήν τραγωδία καί τό δρᾶμα τήν σκιαγραφεῖ.
«Πρίν ὅμως ἀπό τόν Χριστό, εἶπε ὁ Μητροπολίτης μας, κανείς δέν ἐτόλμησε νά πῆ πώς τήν κατέχει. Μόνο ἡ Ἐκκλησία, διά τοῦ Παύλου κηρύττει αὐτό τό «ἔχομεν», γιατί στηρίζεται στή θυσία καί τό αἷμα τοῦ ἀσπίλου καί ἀμώμου ἀμνοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τελείου Θεοῦ καί τελείου ἀνθρώπου, ὅπως οἱ Πατέρες Τόν κήρυξαν καί Τόν βίωσαν. Μετά ἀπό τή θυσία καί τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἡ Ἐκκλησία ἐκφράζει τήν βεβαιότητα αὐτή καί τή ζῆ ἐμπειρικά καί εὐχαριστιακά ὡς σῶμα Χριστοῦ καί μέτοχος Θεοῦ».
Τέλος διευκρίνησε ὅτι στήν ὀρθόδοξη θεολογία δέν ὑπάρχουν ὑποκειμενικές συλλήψεις αὐτοσωτηρίας καί αὐτοθεώσεως. Καί κατέληξε: «Ὅσο καί ἄν φαίνεται πώς ἡ σωτηρία μας εἶναι ἰδιωτική ὑπόθεσις τοῦ καθενός, αὐτή τελικῶς κατορθώνεται μέσα στήν Ἐκκλησία, διά τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἱερῶν της Μυστηρίων, σέ ἀπόλυτο συνδυασμό μέ τήν ὅλη ζωή καί ἁγιοεμπειρία της. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί στήν Ἐκκλησία συνεχίζεται, χάριτι Θεοῦ, ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἐδῶ μπορεῖ ν’ ἁπλώσης τό χέρι στόν οὐρανό, νά ζήσης σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση ἀπλανοῦς πνευματικοῦ πατρός καί νά λάβης ὡς χάρη, ὡς δωρεά Χριστοῦ τό ὕψιστο ἐφετό, τή σωτηρία καί τή μετοχή στή θέωση πού εἶναι καί ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀπολύτρωση εἶναι δῶρο Χριστοῦ, προϋποθέτει ὅμως καί τήν ἀποδοχή της ἐκ μέρους μας καί τή συμμόρφωσή μας πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ».
Στήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή Θεία Λειτουργία προέστη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρῶν κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ὁ ὁποῖος στήν ὁμιλία του ἀνεφέρθη στή «μαρτυρία» τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος στήν ἐποχή του καί μάλιστα στήν ζέουσα πίστη καί ὁμολογία του μέχρι καί τίς ἡμέρες μας:
α) Στό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος, μέσῳ τοῦ περιφήμου θαύματός του ἐνώπιον τοῦ Ἀρείου κατά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο καί τήν ἀνάλυση τοῦ «κεράμου» στά τρία στοιχεῖα πού τό συνθέτουν (νερό, χῶμα φωτιά), πρός συμβολισμόν τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Θεότητος.
β) Στήν ἐνανθρώπηση τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος δέν εἶναι μόνο ὁ «ἐπαναστάτης», ὁ «διδάσκαλος», ὁ μέγας «φιλόσοφος», ὅπως ὁ κόσμος τῆς ἀθεΐας Τόν θέλει, ἀλλά ὁ Ἐνανθρωπήσας ἀληθινός Θεός, πού ἐταπείνωσε γιά λίγο τή δόξα Του χάριν τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
γ) Στή μία τοῦ Χριστοῦ Ἁγία,Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί Ὀρθόδοξη πίστη. «Δέν ὑπάρχουν ἄλλες ἤ πολλές Ἐκκλησίες, παρετήρησε ὁ ἅγιος Πατρῶν. Μία εἶναι ἡ σώζουσα διά τῶν ἱερῶν Της Μυστηρίων καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ».
δ) Στήν ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου• κάτι πού ἀπορρέει καί δηλώνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι δημιούργημα τῆς τύχης, ἄλλα πλάσμα Θεοῦ. Τοῦτο ὑποδηλώνεται ἀπό τό χαριτόβρυτο καί ἄφθαρτο ἀπό τόν 4ο μ.Χ. αἰῶνα σκήνωμα τοῦ Ἁγίου πού ὡς θησαυρό ἀδαπάνητο κατέχει ἡ Ἐκκλησίας μας. Καί τέλος,
ε) Στή θαυμαστή χάρη πού βιώνει ἡ Ὀρθοδοξία νά ἀπολαμβάνη πλεῖστα ὅσα θαύματα ἀπό τό ἱερό Λείψανο τοῦ Ἁγίου, ὡς ἀποδείξεις μετοχῆς του στή ζωή τοῦ ἀκτίστου καί οὐρανίου.
Μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας ἐσχηματίσθη μεγαλοπρεπής πομπή καί ἐλιτανεύθη ἡ τιμία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου ἀνά τήν πόλη τοῦ Πειραιῶς ὑπό τούς ἤχους φιλαρμονικῶν, συριγμῶν τῶν καραβιῶν τοῦ λιμανιοῦ καί μέ τή συμμετοχή πλήθους Λαοῦ, μαθητῶν, στρατιωτικῶν καί πολιτικῶν προσώπων μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ὑπουργό Παιδείας καί Θρησκευμάτων κ. Κ. Ἀρβανιτόπουλο, τόν Ἀντιπρόεδρο τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων κ. Ἰωάννη Τραγάκη, Βουλευτές, τόν Δήμαρχο Πειραιῶς κ. Β. Μιχαλολιάκο, τόν τέως Πρωθυπουργό κ. Ἰ. Γρίβα, Δημοτικούς καί Περιφερειακούς Συμβούλους κ. ἄ.
Εὐχόμαστε στόν μπροστάρη Μητροπολίτη Πειραιῶς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ καί στό ποίμνιό Του τά ἔτη τους πολλά, θεοτίμητα καί χριστοφόρα, εὐχαριστώντας τους γιά τήν τιμή καί τήν ἀρχοντική τους φιλοξενία.
[widgetkit id=58]