ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ
ΧΑριτι Θεου ΜητροπολΙτης
της αγιωτατησ ΜητροπΟλεως
ιερισσου, αγιου ορους καΙ αρδαμερΙου
________________________________
Ἀρ. Πρωτ.: 254 Ἐν Ἀρναίᾳ τῇ 31ῃ Μαρτίου 2023
Π Α Σ Χ Α Λ Ι Ο Σ Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ
Πρός
Τόν Ἱερό Κλῆρο,
Τίς Μοναστικές Ἀδελφότητες καί
Τόν φιλόχριστο Λαό
τῆς καθ’ Ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἀδελφοί καί τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Τό Θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ κατέστη ἀνά τούς αἰῶνες, κατά τήν προφητική ρήση τοῦ Θεοδόχου Συμεών, «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» (Λουκ. β΄ 34). Πρόσωπο πού λατρεύτηκε ὅσο κανένας ἄλλος, μά μισήθηκε καί πολεμήθηκε πολύ! Ὅμως ἀπ’ ὅλη τήν κατά Χριστόν Οἰκονομία, τήν ἔνσαρκη Παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ στή γῆ, τήν Ἐνανθρώπησή Του καί τό περπάτημά Του στά γήϊνα, ἕνα γεγονός ἀμφισβητήθηκε στό ἔπακρο: ἀπό τήν αἵρεση, ἀπό τή φιλοσοφοῦσα διάνοια, ἀπό τή λογικοκρατία, ἀπό τήν πολύμορφη Ἐξουσία καί κυρίως τόν ὀρθολογισμό ὅπως ἐκφράστηκε στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο καί μάλιστα τόν Προτεσταντικό. Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ! Μέ ἀποτέλεσμα νά διερωτᾶται ὁ μέσος ἄνθρωπος, ἄν ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι Ἀλήθεια ἤ Μῦθος! Τούτη τή λαμπρή ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεώς Του ὀφείλουμε ν’ ἀπαντήσουμε καί μάλιστα Ἁγιογραφικά, ὅπως δηλαδή τά ἱερά Κείμενα τῆς Ἐκκλησίας ἐπιτάσσουν.
Ὡς γνωστόν τήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας τή γνωρίζουμε μέ ἀσφάλεια καί ἀκρίβεια μέσῳ συγκεκριμένων προσώπων – τῶν ἱστορικῶν πού κατέγραψαν τά συμβάντα τῆς ἐποχῆς τους καί τά διέσωσαν μέσα στούς αἰῶνες. Κανείς μάλιστα δέν ἀμφισβητεῖ τά ἱστορικά ντοκουμέντα πού μερικά ἀπ’ αὐτά μποροῦν νά ἐπιβεβαιωθοῦν μέσῳ τῶν εὑρημάτων – τεκμηρίων, τά ὁποῖα ἡ ἀρχαιολογική σκαπάνη συνεχῶς ἀνακαλύπτει.
Γιά τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχουν τέτοια ἀδιάσειστα στοιχεῖα, ὑπάρχουν οἱ «ἱστορικοί» τῆς ἐποχῆς καί ἀκόμα οἱ «ἱστορικοί» κάποιων παρωχημένων ἐποχῶν πού ὁραματίστηκαν καί τούς ἀπεκαλύφθη αὐτή Του ἡ ἔλευση, ἡ Ἀνάσταση, ἡ Σάρκωσή Του καί τήν ἀποτύπωσαν φιλολογικοϊστορικά στά κείμενά τους. Πρόκειται γιά τούς Προφῆτες μέ «ἱστορικό» κείμενο τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπου ἐκεῖ καταγράφονται καί περιγράφονται λεπτομερέστατα ἡ Γέννηση, ἡ Σταύρωση, ἡ Ταφή καί ἡ Ἀνάσταση Ἐκείνου. Κι ἄν ἡ Παλαιά Οἰκονομία-Διαθήκη δέν ἀποτελεῖ ἀποδεικτικό στοιχεῖο ἀπολύτως ἀσφαλές καί ἔγκυρο γιά τά συμβάντα, ἡ “ἱστορία” δέν μπορεῖ νά ἀμφισβητηθῆ καί ἱστορία, στήν προκειμένη περίπτωση, ἔγραψαν οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν τά τότε χρόνια περισσότερο γνωσιολογικά παρά συναισθηματικά καί τά κατέγραψαν ὡς ἱστορικά ντοκουμέντα κατά τόν ἴδιο ἀπολύτως τρόπο πού ὁ Πλάτων, χάριν λόγου, ἀποτύπωσε τή ζωή καί τή δράση τοῦ δασκάλου του Σωκράτους.
Καί μιλᾶμε ὅτι κινήθηκαν γνωσιολογικά, σχεδόν ἀγνωστικιστικά, ἐπειδή στό σύνολό τους οἱ Μαθητές, μετά τή Σταύρωση, εἶχαν ἀπορρίψει τήν Ἀνάσταση κι ὁ καθένας ἀναζητοῦσε νά ξαναβρῆ τήν πρό τριετίας ζωή του, τότε πού δέν εἶχε γνωρίσει Ἐκεῖνον. Ἔτσι ὁ Κλεόπας καί ὁ ἄλλος Μαθητής, πορευόμενοι πρός Ἐμμαοῦς, ἀμφισβήτησαν τή Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ· ὀ Πέτρος Τόν ἀρνήθηκε, ὁ Θωμᾶς, γιά νά πιστέψη, ἤθελε ὀπτικές καί ἁπτικές ἀποδείξεις: «… ἐάν δέν ἰδῶ μέ τά μάτια μου στά χέρια Του τό σημάδι τῶν καρφιῶν καί δέν βάλω τό δάκτυλό μου στό σημάδι τῶν καρφιῶν καί δέν βάλω τό χέρι μου στήν πλευρά Του, ὥστε ὄχι μόνον μέ τά μάτια μου, ἀλλά καί μέ τά δάκτυλά μου νά βεβαιωθῶ, δέν θά πιστέψω» (Ἰωάνν. κ΄ 25)! Ὁ Ἰωάννης, ὁ “Θουκιδίδης” τῆς ἱστορικῆς βιοτῆς τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἀναστάσεώς Του, διατυπώνει μέ τέτοια καί τόση ἱστορική ἀκρίβεια, λεπτομέρεια καί ἀλήθεια τά εὑρήματά του, τήν προσπάθεια, δηλαδή, πιστοποιήσεως τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ, ὥστε εἶναι δύσκολο ἕως ἀδύνατο νά ἀμφισβητήση κανείς τή λογική καί μετριόφρονα διατύπωση μέ τήν ὁποία ἐπιχειρεῖ νά ἀνιχνεύση καί νά ἀποδώση τήν ἀλήθεια ἐκείνης τῆς φήμης.
Ἡ ἑνότητα τοῦ Ἰωάννειου Εὐαγγελίου πού ἀναφέρεται στήν Ἀνάσταση καί κυρίως στή διαδρομή τῶν Μαθητῶν πρός τόν Τάφο, ἀποτελεῖ δεῖγμα ἱστορικῆς εὐθύνης καί ἀληθείας. Ἡ περιγραφή δέν ἀφήνει περιθώρια ἀμφισβητήσεων: «Κατόπιν λοιπόν ἀπό τήν ἀνέλπιστη αὐτή εἴδηση (ὅτι ὁ Τάφος τοῦ Κυρίου ἦταν κενός), βγῆκε ἀπό τό σπίτι πού ἔμενε ὁ Πέτρος, μαζί δέ μέ αὐτόν βγῆκε καί ὁ ἄλλος Μαθητής (ὁ Ἰωάννης) καί ἔρχονται στό μνημεῖο. Ἔτρεχαν δέ καί οἱ δύο μαζί, ἀλλά ὁ ἄλλος μαθητής – ὡς νεώτερος – ἔτρεξε μπροστά γρηγορότερα ἀπό τόν Πέτρο κι ἔφθασε πρῶτος στό μνημεῖο. Κι ἀφοῦ ἔσκυψε, βλέπει ἀπ’ ἔξω τούς νεκρικούς ἐπιδέσμους νά εἶναι κατά γῆς, λόγῳ ὅμως τῆς μεγάλης συγκινήσεώς του δέν προχώρησε νά μπῆ μέσα. Ἐνῶ λοιπόν περίμενε ἀπ’ ἔξω, ἔρχεται καί ὁ Σίμων Πέτρος ὕστερα ἀπ’ αὐτόν καί θαρραλέος καί ὁρμητικός, καθώς ἦταν ἀπό χαρακτῆρος, μπῆκε στό μνημεῖο καί παρετήρησε ἐκ τοῦ πλησίον, ὅτι οἱ νεκρικοί ἐπίδεσμοι ἦσαν κατά γῆς καί δέν ἔλειπαν, καί τό φακιόλιο, μέ τό ὁποῖο εἶχαν σκεπάσει τήν κεφαλή τοῦ Ἰησοῦ, δέν ἦταν ἀτάκτως ἀνακατεμένο μέ τούς ἐπιδέσμους, ἀλλά μέ τάξη ἦταν τυλιγμένο κάπου ἐκεῖ. Τότε, λοιπόν, μπῆκε μέσα καί ὁ ἄλλος μαθητής, πού ἦλθε πρῶτος στό μνῆμα καί εἶδε αὐτά ἐκ τοῦ πλησίον καί αὐτός καί ἐπίστευσε ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀνέστη» (Ἰωάνν. κ΄ 3-8).
Ἱστορική ἀξία ἔχει καί ἡ μεταστροφή τοῦ Σαύλου σέ Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλο, ὁ ὁποῖος ὡς γνωστόν, καί κατά τή δική του ὁμολογία «ἐδίωκε καί ἐπόρθει» τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἀναφέρεται κατά τόν λιθοβολισμό τοῦ Στεφάνου «…Καί οἱ μάρτυρες πού σύμφωνα μέ τόν νόμο ἔπρεπε πρῶτοι νά ρίξουν τούς λίθους ἐναντίον του, ἄφησαν πρός φύλαξη τά ροῦχα τους κοντά στά πόδια κάποιου νέου, πού λεγόταν Σαῦλος …», ὡς καί «… ὁ Σαῦλος ἐπικροτοῦσε καί ἐπιδοκίμαζε μαζί μέ τούς φονεῖς-διῶκτες του τή θανατική ἐκτέλεση τοῦ Στεφάνου» (Πραξ. ζ΄ 58 καί 60)! Ἔχουμε, δηλαδή, ἕνα φανατικό Ἑβραῖο, ἀγνωστικιστή, στερεά δεμένο μέ τήν πίστη τῶν πατέρων του καί διώκοντα τή θρησκεία τοῦ Ναζωραίου. Στίς Πράξεις, ἐπίσης, ἀναφέρεται: «Ὁ δέ Σαῦλος, σάν νά ζοῦσε μέσα σέ κάποια φονική ἀτμόσφαιρα, ἐξακολουθοῦσε νά ἀποπνέη ἀπό μέσα του καί νά ἐκδηλώνη αἰσθήματα ἀπειλῆς καί φθόνου κατά τῶν Μαθητῶν τοῦ Κυρίου· καί γι’ αὐτό προσῆλθε στόν ἀρχιερέα καί ζήτησε ἀπ’ αὐτόν συστατικές καί ἐξουσιοδοτικές ἐπιστολές γιά τή Δαμασκό καί τίς ἐκεῖ Συναγωγές, μέ σκοπό, ἐάν βρῆ κάποιους πού νά ἀνήκουν στόν δρόμο καί στήν αἵρεση τοῦ Ἰησοῦ, εἴτε ἄντρες εἴτε γυναῖκες, νά τούς φέρη δεμένους στήν Ἱερουσαλήμ» (Πράξ. θ΄ 1-2)! Πρόκειται γιά ἕνα συνειδητό ἀντιχριστιανό, πού θεωροῦσε τόν ἐξολοθρεμό τους ὡς θρησκευτικό χρέος, ὡς ἐπιταγή θεϊκή!
Μέ ποιά, λοιπόν, λογική μπορεῖ νά ἑρμηνεύση κανείς αὐτή τή μεταστροφή; Ἕνας Ἑβραῖος τῆς μορφώσεως τοῦ Παύλου καί τῶν θρησκευτικῶν φανατικῶν του πεποιθήσεων, πῶς εἶναι δυνατόν ἀπό φοβερός διώκτης νά μεταβληθῆ σέ διαπρύσιο κήρυκα, ἔτσι χωρίς λόγο; Πῶς προσηλύτισαν οἱ ἀγράμματοι Μαθητές ἕνα καταξιωμένο ἐπιστήμονα; Κεντρικό σύνθημα, κήρυγμα, πυρήνα θά λέγαμε τοῦ κηρύγματός του κατέστησε ὁ Παῦλος τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ὁποία ἔλεγε: «Ἐάν δέ ὁ Χριστός δέν ἀνέστη, εἶναι χωρίς πραγματικό περιεχόμενο τό κήρυγμά μας, κούφια καί χωρίς οὐσιαστικό περιεχόμενο εἶναι καί ἡ πίστη σας. Ἐπιπλέον ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι συλλαμβανόμαστε καί ψευδομάρτυρες πού δίνουμε ψευδῆ μαρτυρία γιά τόν Θεό, ὅτι ἀνέστησε τόν Χριστό, τόν ὁποῖο δέν ἀνέστησε … Ἀλλά ὄχι· γιατί τώρα ὁ Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, πρῶτος ἀπ’ ὅλους τούς ἄλλους καί μέ τήν Ἀνάστασή Του βεβαιώνει, ὅτι θά ἀκολουθήση ἔπειτα ἡ ἀνάσταση καί τῶν ἄλλων κεκοιμημένων» (Α΄ Κορ. ιε΄ 14 καί 20)!
Ἄρα γιά τόν Παῦλο πού ἐβίωσε δύο μορφές ζωῆς, μία τοῦ Σαύλου καί μία τοῦ Παύλου, ἡ Ἀνάσταση, ἡ παρουσία τοῦ ἀναστημένου Ἰησοῦ σέ προσωπικό ἐπίπεδο ἀνέτρεψε ἀρχές πολέμιες καί πραγματοποιήθηκε ἡ μεγάλη μεταβολή. Εἶναι, λοιπόν, ὁ Παῦλος ἀποδεικτικό στοιχεῖο τῆς Ἀναστάσεως Ἐκείνου!
Ἀδελφοί μου, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ γίνεται ἀναγκαῖο γεγονός καί ἀναμφισβήτητη ὑποχρέωση, ὄχι γιά ὅσους πιστεύουν χωρίς νά ἐρευνοῦν, ἀλλά γιά ὅσους ἐρευνοῦν καί πιστεύουν. Καί αὐτό γιατί ἔξω ἀπό τή λογική ἐπιχειρηματολογία, τά πάντα μένουν ἀστήρικτα καί μετέωρα. Συγκεκριμένα, οἱ Μαθητές ἀπό τή φύση τους δύσπιστοι ὄντες, πῶς, χωρίς ἁπτές ἀποδείξεις θά κήρυτταν μιάν ἀνάσταση ψεύτικη καί φανταστική μέ τίμημα τήν ἴδια τή ζωή τους, πού κατέληγε στόν θάνατο περνώντας μέσα ἀπό βασανηστήρια, μαρτύρια, κολαστήρια ψυχῆς καί σώματος; Πῶς μπορεῖ ἄνθρωποι πού Τόν ἀρνήθηκαν μπροστά ἀπό μία ὑπηρέτρια, ὅπως ὁ Πέτρος, στή συνέχεια μπροστά στό ἴδιο Συμβούλιο πού καταδίκασε τόν Χριστό νά ὁμολογήσουν “Χριστόν ἐσταυρωμένον καί ἀναστάντα”, λέγοντας «ὑποχρέωση καί καθῆκον ἔχουμε νά πειθαρχοῦμε μᾶλλον στόν Θεό, παρά στούς ἀνθρώπους» (Πράξ. ε΄ 29); Ὅταν, λοιπόν, ἡ λογική γίνη τό ὄργανο τῆς προσεγγίσεως τοῦ Ἰησοῦ, τότε αὐτή ὁδηγεῖ κατευθείαν στήν Ἀνάστασή Του καί καθιστᾶ τό ὑπέρλογο τῆς Θεότητας καί τῶν Οὐρανίων πραγμάτων, νοητό καί ἀποδεκτό ἀπό τόν ἄνθρωπο!
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΑΔΕΛΦΟΙ!
ΝΑΙ, ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Ἅγιον Πάσχα 2023
Μέ ἀναστάσιμους πατρικούς ἀσπασμούς
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
†Ὁ Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καί Ἀρδαμερίου
ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ