Τήν Κυριακή 12η Ἰουλίου ἐ. ἔ., Ε΄ Ματθαίου( Ματθ. η΄ 28- θ΄1), τό Ἱερό Γυναικεῖο Ἡσυχαστήριο τῆς Φοβερᾶς Προστασίας στή Μεγάλη Παναγία, τίμησε ἀνοίγοντας τίς πύλες του τήν Προστάτιδά του Κυρία Θεοτόκο καί μαζί τόν νεοφανέντα ὅσιο Παΐσιο τόν θαυματουργό Ἁγιορείτη καί Οἰκουμενικό τῆς Ἐκκλησίας μας Ἅγιο. Τῶν ὅλων Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν προέστη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ, ἀκολουθούμενος ἀπό τόν Ἐφημέριο τῆς Μεγάλης Παναγίας Αἰδ. Οἰκ. π. Πέτρο Ἀσβεστόπουλο καί τούς Διακόνους του π. Κωνσταντῖνο Ἰσαακίδη καί π. Θεόκλητο Παρδάλη.
Τόν Σεβασμιώτατο ὑπεδέχθησαν ἡ Ὁσιωτάτη Καθηγουμένη τοῦ Ἡσυχαστηρίου Ἀδελφή Ἀγαθονίκη, μαζί μέ τήν ἑορτάζουσα πνευματική της Ἀδελφή Βερονίκη καί τόν Πνευματικό τῆς Ἀδελφότητος Παν. Ἀρχιμ. π. Χριστόδουλο Ἀγγελόγλου, ὁ ὁποῖος ἔψαλλε ἀπό κοινοῦ μέ τίς Ἀδελφές τήν Ἀκολουθία. Οἱ φίλοι τῆς Ἱερᾶς Μονῆς προσῆλθαν γιά νά τιμήσουν τήν Κυρία τῶν Ἀγγέλων καί τόν τιμώμενο Ἅγιο Παΐσιο, τόν λαοφιλῆ διορατικό καί θαυματουργό Ἁγιορείτη Πατέρα πού σφράγισε τίς μέρες μας καί ἀπέβη ἁγιοπνευματικό σκεῦος ἐκλογῆς γιά τό Ἁγιώνυμο Ὄρος. Ἐπικεφαλῆς τοῦ Λαοῦ ὁ φιλόχριστος καί εὐγενέστατος Ἀντιδήμαρχος κ. Γεώργιος Κοῦκος.
Στό κήρυγμά του ὁ Σεβασμιώτατος, ἀφοῦ εὐχήθη τά δέοντα στήν νεοενθρονισθεῖσα Ἡγουμένη Ἀδελφή Ἀγαθονίκη καί τήν ἑορτάζουσα Ἀδελφή Βερονίκη, ἔκανε ἀναφορά στήν κοιμηθεῖσα πρώτη Γερόντισσα τῆς Μονῆς, ἀείμνηστο Ἀδελφή Ἰωάννα τήν Ἰατρό, πού βαστάζουσα μέ ἀξιοπρέπεια τήν πολύχρονο ἀσθένειά της, μετέστη πρός Κύριο μέ μεγάλη παρρησία καί χάρη τοῦ Παρακλήτου, ἀποβάσα τελικῶς παράκληση καί καταφυγή πρός τήν Ἁγιοτριαδική Θεότητα ὅλων ὅσοι ἐπικαλοῦνται τό ὄνομά της. Ἡ ὁμιλία τοῦ Ἐπισκόπου μας περιεστράφη στό πρόσωπο τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ ἡ Εὐαγγελική Περικοπή ἀπό τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, τοῦ προσέφερε αὐτή τήν εὐκαιρία.
Ξεκαθάρισε, λοιπόν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία πάντοτε μιλάει γιά τόν διάβολο ὡς κηρυγμένο ἀντίπαλο τοῦ Θεοῦ καί τόν χειρότερο ἐχθρό τοῦ ἀνθρώπου. Τόν βλέπει ὡς θεοκτόνο κί ἀνθρωποκτόνο μαζί, θεομάχο καί μισάνθρωπο, πατέρα τοῦ ψεύδους καί τῆς ἀπάτης, ὡς παράσιτο πού περιπαίζει καί πειράζει τή σύνολη δημιουργία τοῦ Θεοῦ καί τόν ἄνθρωπο, ὡς ἕνα προσωπικό παράσιτο, μιά προσωπική ὕπαρξη πού κάνει καί τό κακό ἕνα παράσιτο δίπλα στό ὄν. Δυστυχῶς τή δυνατότητα τῆς παρουσίας αὐτοῦ τοῦ παράσιτου τήν πρόσφερε ἡ ἴδια ἡ ἀλλοτριωμένη ἀπό τόν Θεό ἀνθρωπότητα, ἡ κατάχρηση καί παράχρηση τοῦ αὐτεξουσίου τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τῆς ἐλευθερίας του καί ἡ πρόθεσή του νά προβάλλη, νά πραγματώση ὡς ἐφικτή τήν δυνατότητα τῆς αὐτοζωῆς, δηλαδή τήν ἀνόητο προσδοκία τοῦ κτιστοῦ νά φτάνη ἀπό μόνο του στήν ἰσοθεΐα, αὐτοσωτηρία καί αὐτοθέωση. Πρόκειται γιά τήν ἀφθαιρεσία ἤ καλύτερα τήν αὐθάδεια τῆς ὁμοιώσεως μέ τόν Θεό χωρίς τόν Θεό. Εἶναι ὁ μεγαλύτερος πειρασμός γιά τόν ἄνθρωπο, ἕνας πειρασμός πού γοητεύει δυστυχῶς ἀπό τήν δημιουργία του μέχρι σήμερα τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἀρέσκεται νά αὐτοανακηρύσσεται Θεός καί γιά τόν ὁποῖο τά πάντα ἐπιτρέπονται. Μά αὐτό εἶναι μία ψεύτικη – ἀνόητη ἐπιδίωξη, πού ἐκδέχεται τή ζωή ὡς ἄρνηση τῆς ζωῆς καί ὁδηγεῖ στό γλύστρημα στόν ᾍδη καί τελεσίδικα στόν θάνατο, τόν χωρισμό ἀπό τόν Θεό Πατέρα.
Ὁ ὁμιλητής ἐπανέλαβε πολλές φορές ὅτι ἔχει ὁ διάβολος δύναμη νά προσβάλλη καί νά πειράξη τόν ἄνθρωπο, ἀλλά δέν ἔχει τή δύναμη νά ἐκβιάση κάποιον, νά βιάση δηλαδή τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά πλησιάση τόν ἄνθρωπο ἤ νά φέρη σ’ αὐτόν πειρασμούς, ἄν δέν ἀμελήση ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἤ δέν παραχωρήση ὁ Θεός. Ὁ διάβολος ζητάει νά πειράξη ὅσους χάνονται σέ αἰσχρούς λογισμούς καί ἀφήνουν ἀφύλακτες τίς αἰσθήσεις τους. Ὅλα αὐτά, βεβαίως, δέν σημαίνουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀποδέχεται τή θεωρία τῆς διαρχίας, τῆς παράλληλης ὑπάρξεως καί ἐξουσίας Θεοῦ καί σατανᾶ στή δημιουργία, τῆς συνυπάρξεως καλοῦ καί κακοῦ. Ὁ Ἅγιος Βασίλειος χαρακτηρίζει παραστατικώτατα τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου ὡς «περίγειον», δηλαδή ἐξουσία στά γήινα, ἐξουσία πού δέν συνιστᾶ κυριαρχία πάνω στά ὅντα καθαυτά, ἀλλά εἶναι πειρασμός τῆς ἐλευθερίας τῶν ὅντων πού ὁ Θεός δοκιμάζει παραχωρώντας τούς πειρασμούς ( ὅσιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος).
Καί κατέληξε ὁ Σεβασμιώτατος: «Ὁ διάβολος μέ τούς λογισμούς ἐπιχειρεῖ νά προσβάλλη τόν ἄνθρωπο. Ἀπό τά πάθη πού φωλιάζουν μέσα στήν ψυχή παίρνουν οἱ δαίμονες τίς ἀφορμές καί ὑποκινοῦν μέσα μας τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς. Κατόπιν πολεμοῦν μέ αὐτούς τόν νοῦ καί τόν βιάζουν νά δώση τή συγκατάθεσή του στήν ἁμαρτία. Ἀφοῦ νικηθῆ τόν ὁδηγοῦν στήν κατά διάνοια ἁμαρτία· καί ὅταν αὐτή συντελεσθῆ, τόν φέρνουν αἰχμάλωτο στήν πράξη. Κατόπιν, αὐτοί πού μέ τούς λογισμούς ἐρήμωσαν τήν ψυχή, ἀποχωροῦν μαζί μέ αὐτούς καί μένει στόν νοῦ μόνο τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας. ( ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής). Λοιπόν, ἄν ὁ ἐσωτερικός μας ἄνθρωπος νήφει, δηλαδή βρίσκεται σέ ἐγρήγορση καί περιφρουρεῖ τίς αἰσθήσεις, εἶναι σέ θέση νά φυλάξη καί τόν ἔξω ἄνθρωπο! Ἄραγε, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀπό κοινοῦ διαπράττουμε τίς ἁμαρτίες μέ τόν διάβολο. Καί ὁ διάβολος μέν πασχίζει νά σέ πείση γιά τήν πτώση, ἐσύ καί ἐγώ δέ, συγκατανεύουμε στήν ἁμαρτία ἤ τήν πολεμᾶμε!»
{flickrset}72157715095543531|||155253811@N05|Y{/flickrset}