Του Γιάννη Κοκόρη, Φιλόλογου
Η υμνογραφία είναι το λογοτεχνικό είδος που γνώρισε μεγάλη άνθηση στη βυζαντινή περίοδο. Αναδείχτηκαν κορυφαίοι ποιητές και μελωδοί, όπως ο Ρωμανός ο μελωδός, ο Ιωάννης Δαμασκηνός, ο Κοσμάς επίσκοπος Μαϊουμά μελωδός, ο Ανδρέας Κρήτης, ο Ανατόλιος Στουδίτης, η Κασσιανή η μελωδός και αρκετοί άλλοι. Οι περισσότεροι ήταν ποιητές και μελωδοί συνάμα. Οι ίδιοι έγραφαν το ποιητικό κείμενο και έδιναν το μέλος, τη μουσική επένδυση, έργο που απαιτεί ιδιαίτερο ταλέντο. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι στα μετέπειτα χρόνια και σήμερα άλλος είναι ο ποιητής και άλλος ο
συνθέτης της μουσικής των τραγουδιών μας. Έτσι τραγουδάμε ποίηση Γιώργου Σεφέρη και Γιάννη Ρίτσου σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη, στίχους Νίκου Γκάτσου σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι ή Σταύρου Ξαρχάκου κ.ά. Η βυζαντινή μουσική χάρη στη μονοφωνία της, ως ενισχυτική του λόγου βοηθάει αβίαστα τον στίχο να γίνει τραγούδι που θέλγει και φωτίζει τον νου και την καρδιά του ακροατή, ανεξαρτήτου μορφώσεως.
Μετά τη σύντομη αυτή εισαγωγή στο θέμα του άρθρου μας θα παρουσιάσουμε και θα σχολιάσουμε ορισμένα τροπάρια από την πλούσια υμνογραφία των Χριστουγέννων. Αρχίζουμε με το Απολυτίκιο της Εορτής. Είναι το τροπάριο που περικλείει την υπόθεση του γεγονότος και συνοψίζει το κύριο νόημα της γιορτής στην οποία αναφέρεται. Ψάλλεται κατά την απόλυση του Εσπερινού, στην αρχή του Όρθρου και μετά τη Δοξολογία. Επαναλαμβάνεται σε όλες τις Ακολουθίες της Εορτής. Το Απολυτίκιο των Χριστουγέννων είναι πασίγνωστο: «Ἡ Γέννησίς Σου /, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, / ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως∙ / ἐν αυτῇ γὰρ / οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες ὑπὸ ἀστέρος εδιδάσκοντο. / Σὲ προσκυνεῖν τὸν ἥλιον τῆς δικαιοσύνης καὶ Σὲ γινώσκειν / ἐξ ὕψους ἀνατολήν./ Κύριε δόξα Σοι». Ο στίχος «ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως» δίνει το κυρίαρχο νόημα του τροπαρίου. Είναι η ανατολή της θεογνωσίας, που ήρθε σαν ήλιος να καταυγάσει τον κόσμο και να διαλύσει το σκοτάδι της άγνοιας του Θεού, το σκοτάδι της πλάνης και του ψεύδους, όπου πλανήθηκε η ανθρωπότητα επί αιώνες μετά την παρακοή των πρωτοπλάστων. Το θέμα της θεογνωσίας συμπληρώνουν και άλλοι υμνογράφοι. Στη Λιτή του Όρθρου ο Ιωάννης Δαμασκηνός στον Ιαμβικό του Κανόνα αναφέρει: «Ὁ λαὸς ὁ πρὶν ἠμαυρωμένος ( = σκοτισμένος) εἶδεν το φῶς τῆς ἄνω φρυκτωρίας ( = τον πυρσό της ουράνιας ακτινοβολίας)», δηλαδή το φως της θεογνωσίας. Και ο Κοσμάς ο μελωδός στο Εξαποστειλάριο του Όρθρου, πριν από τους Αίνους, γράφει: «οἱ ἐν σκότει καί σκιᾶ εὕρομεν τήν ἀλήθειαν» (Αλήθεια είναι ο ίδιος ο Χριστός). Ο υμνογράφος εδώ επαναλαμβάνει σχεδόν αυτούσια την προφητεία του Ησαΐα «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδεν φῶς μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». Ο ίδιος υμνογράφος στον Κανόνα των Χριστουγέννων συμπεραίνει «ὅθεν θεογνωσίας πρὸς φῶς ὁδηγηθέντες, ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζοντες, δοξολογοῦμέν Σέ, φιλάνθρωπε» ( = Γι’ αυτό αφού οδηγηθήκαμε προς το φως της θεογνωσίας, από το σκοτάδι της πλάνης, τώρα βρισκόμαστε στην αυγή της όγδοης ημέρας της Δημιουργίας, στην αυγή της καινής κτίσης, που αρχίζει με τη Γέννηση του Θεανρθώπου). Ο υμνογράφος στο Απολυτίκιο χαρακτηρίζει τον Χριστό «Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης». Η λέξη δικαιοσύνη στα αρχαία Ελληνικά έχει ευρύτερη σημασία από εκείνη που δίνουμε εμείς σήμερα. Συνοψίζει όλες τις αρετές (σοφία, ανδρεία, σωφροσύνη, μέτρο) σύμφωνα και με τον ορισμό του ελεγειακού ποιητή Φωκυλίδη (6ον αιώνα π.Χ.) «ἐν δέ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσα αρετή ἐστί». Ο ιερός υμνογράφος στη λέξη δικαιοσύνη περιλαμβάνει όλες τις αρετές του Θεού στον υπέρτατο βαθμό μαζί με το πέλαγος της αγαθότητός Του και της φιλανθρωπίας Του την ανεξιχνίαστη άβυσσο.
Το επόμενο τροπάριο που θα σχολιάσουμε είναι ο ειρμός της γ΄ Ωδής από τον χριστουγεννιάτικο Κανόνα του Κοσμά του Μελωδού, που έχει ως εξής: «Τῷ πρὸ τῶν αἰώνων ἐκ Πατρὸς γεννηθέντι ἀρρεύστως Υἱῷ καὶ ἐπ’ ἐσχάτων ἐκ Παρθένου σαρκωθέντι ἀσπόρως / Χριστῷ τῷ Θεῷ βοήσωμεν˙ / Ὁ ἀνυψώσας τὸ κέρας ἡμῶν ἅγιος εἶ, Κύριε». Το τροπάριο είναι θεολογικότατο. Οι δύο αρχικοί στίχοι αναφέρονται στην πρώτη Γέννηση του Χριστού από τον Θεό – Πατέρα. Μας λένε ότι γεννήθηκε από τον Θεό προπάντων των αιώνων. Πρόκειται για βασικό δόγμα της Αγίας Τριάδος, που έχει συμπεριληφθεί στο Σύμβολο της Πίστεώς μας. Όπως είναι γνωστό οι πρώτοι αιώνες του Χριστιανισμού είναι περίοδος πνευματικής γιγαντομαχίας στη διαμάχη για την αλήθεια του Ευαγγελίου με τις ριζωμένες παλιές φιλοσοφικές δοξασίες και αντιλήψεις. Η πρώτη αυτή γέννηση του Χριστού έγινε χωρίς να επέλθει καμιά μείωση και καμιά ελάττωση της ουσίας του Θεού – Πατέρα. Το επίρρημα «ἀρρεύστως» του πρώτου στίχου αποτελεί απάντηση του υμνογράφου στη φιλοσοφική διδασκαλία του Νεοπλατωνισμού και ιδιαίτερα στη θεωρία του φιλοσόφου Πλωτίνου (3ος αιώνας μ.Χ.), σύμφωνα με την οποία από το Ἕν ( = το Ένα), που είναι ο άναρχος Θεός, προήλθε το Νοῦς, ένας δεύτερος δηλαδή Θεός, που είναι και το καθολικό πνεύμα του κόσμου. Αυτή η δημιουργία του Νου έγινε με την ελάττωση της ουσίας του Ενός, δηλαδή του Θεού. Στη συνέχεια, κατά τον Πλωτίνο, με μια δεύτερη απορροή του Θεού προέκυψε ένας τρίτος Θεός, η καθολική ψυχή, από την οποία κατάγονται οι ατομικές ψυχές των ανθρώπων. Και με μια τρίτη απορροή ( = ακτινοβολία, ελάττωση) του Ενός (του αρχικού Θεού), συνεχίζει ο Πλωτίνος, προέκυψε η Ύλη. Είναι η τελευταία κατάρρευση, το τελευταίο κατάλοιπο του Θεού, η ολοκληρωτική εξάντλησή του. Έτσι επήλθε η στέρηση του Αγαθού, που είναι το πρώτο κακό. Από τη θεωρία αυτή είχαν επηρεαστεί και ορισμένοι χριστιανοί, που θέλησαν να ερμηνεύσουν παρομοίως και τη γέννηση του Χριστού από τον Θεό. Την αιρετική αυτή δοξασία καταπολέμησαν οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι Υμνογράφοι. Οι επόμενοι στίχοι του τροπαρίου αναφέρονται στην κατά σάρκα γέννηση του Χριστού από την Παρθένο Μαρία εκ Πνεύματος Αγίου.
Στον Όρθρο των Χριστουγέννων ψάλλεται ο Κανόνας του Κοσμά του Μελωδού, που αρχίζει με τον στίχο «Χριστός γεννάται δοξάσατε». Σχολιάζουμε τον ειρμό της α΄ Ωδής. Η μουσική του ενθουσιαστική και δοξαστική, ανάλογη του περιεχομένου. Το κείμενο απλό και κατανοητό. Θα επισημάνουμε μόνο 2-3 σημεία. «Χριστὸς γεννᾶται· δοξάσατε. / Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν· ἀπαντήσατε. Χριστὸς ἐπὶ γῆς· ὑψώθητε. / ᾌσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ, ἀνυμνήσατε λαοί· / ὅτι δεδόξασται». Με τρία ρήματα σε προτρεπτική έγκλιση (δοξάσατε, απαντήσατε, υψώθητε) μάς καλεί ο υμνωδός να δοξολογήσουμε τη γέννηση και τον ερχομό του Θεού στη Γη, να σπεύσουμε να τον συναντήσουμε και, αναγεννημένοι πλέον, να υψωθούμε πνευματικά. Το ρήμα «απαντώ» στα αρχαία ελληνικά σημαίνει συναντώ, προϋπαντώ, υποδέχομαι. Αυτή η κίνηση της καρδιάς θα είναι η μεγάλη συνάντηση στη ζωή του ανθρώπου. Τότε θα ανοίξουν τα μάτια του και θα δει το φως της θεογνωσίας.
Με το Στιχηρό Ιδιόμελο των Αίνων του Ανδρέα Κρήτης φτάνουμε στο τέλος της μικρής περιδιάβασής μας στους θησαυρούς της βυζαντινής υμνογραφίας. Είναι χαρμόσυνο τροπάριο με γοργό και εύθυμο ρυθμό και ανταποκρίνεται στην ευφρόσυνη ημέρα. Περιγράφονται ποιητικότατα τα ωραία συναισθήματα που δημιουργεί η ευδοκία και η Χάρη του Θεού και αναφέρονται τα εξαίσια γεγονότα της Άγιας Νύχτας. Το παρουσιάζω μόνο:
«Εὐφραίνεσθε δίκαιοι, / οὐρανοὶ ἀγαλλιᾶσθε,
σκιρτήσατε τὰ ὄρη, / Χριστοῦ γεννηθέντος,
Παρθένος καθέζεται, / τὰ Χερουβὶμ μιμουμένη,
βαστάζουσα ἐν κόλποις, / Θεόν Λόγον σαρκωθέντα.
Ποιμένες τὸν τεχθέντα δοξάζουσι. / Μάγοι τῷ Δεσπότῃ δῶρα προσφέρουσιν.
Ἄγγελοι ἀνυμνοῦντες λέγουσιν· / Ἀκατάληπτε Κύριε, δόξα Σοι».
Ελπίζω να αιφνιδιάσω ευχάριστα τον αναγνώστη, επιλέγοντας ως κατακλείδα του άρθρου ένα ποίημα από τη θύραθεν λογοτεχνία, σύγχρονου ποιητή μας, του Νίκου Γκάτσου.
«Ἐλήλυθεν εἰς την Γῆν, / ἳνα μαρτυρήσῃ τῇ ἀληθεία (για να φανερώσει την αλήθεια).
Θα ξασπείρει καλοκαίρια / στην ἄγρια παγωνιά τοῦ νοῦ
Αὐτός πού κάρφωσε τ’ ἀστέρια / στην ἅγια σκέπη τ’ ουρανοῦ.
Καὶ ἐγώ καί σύ και ἐμεῖς οι άλλοι / θα ξαναγεννηθοῦμε τότε πάλι.
Οὗτος ἐστιν ἡ ζωή καί το φως / καί ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου».