Τήν Κυριακή 16η Ἰουλίου τ.ἔ., πού ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τούς Ἁγίους Πατέρες πού συγκρότησαν τήν Δ΄ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενική Σύνοδο τό 451, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Θεόκλητος, ἀκολουθούμενος ἀπό τόν Παν/το Ἀρχιμ. π. Λεόντιο Καρίκα καί τούς Διακόνους π. Ἐφραίμ Τσόλη καί π. Γεώργιο Κυριάκου, μετέβη στήν Ἐνορία Ἁγίας Κυριακῆς Ὀλυμπιάδος ὅπου καί προέστη τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου καί τῆς ἀκολουθησάσης Εὐχαριστιακῆς Συνάξεως. Ὤφειλε αὐτήν τήν Θεία Λειτουργία στήν ὡς ἄνω Ἐνορία, διότι κατά τήν 7η μηνός Ἰουλίου, μνήμη τῆς Ἁγίας Κυριακῆς πού πανηγύριζε ὁ Ἱερός Ναός, ὁ Σεβασμιώτατος λόγῳ ἀνειλημμένης ὑποχρεώσεως ἀπουσίαζε ἀπό τήν ἕδρα του καί θεώρησε καλό νά ἔλθη σύντομα σέ εὐχαριστιακή κοινωνία μέ τό πλήρωμα τῆς ὡς ἄνω Ἐνορίας. Τόν Σεβασμιώτατο ὑπεδέχθη δεόντως ὁ Ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Πρωτ. π. Χαράλαμπος Δουλγκέρης.
Στό κήρυγμά του ὁ Σεβασμιώτατος μέ πολλή χαρά χαιρέτησε τό πολυπληθές ἐκκλησίασμα, πού κατά τή διάρκεια τοῦ θέρους αὐξάνει λόγῳ τῆς παραθαλασσίου θέσεως τῆς πανέμορφης Ὀλυμπιάδος, καί ἀναφερόμενος στήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στάθηκε στό εὐαγγελικό λόγιο τοῦ Κυρίου: «Ὅς δ’ ἄν ποιήσῃ καί διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ε΄ 19), για νά προβάλη τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας ὅτι τά λόγια τοῦ Θεοῦ, ὅταν προφέρωνται μόνο ὡς γυμνά λόγια δέν ἀκούγονται, δέν γίνονται ἀποδεκτά καί παύουν νά εἶναι ψυχωφέλημα γιά τόν Λαό τοῦ Θεοῦ.
Ὁ λόγος γιά τήν πίστη τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς τό πολυτιμότερο ἐφόδιο γιά τόν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, τόνισε ὁ Δεσπότης, κατωχύρωσαν, φωτισμένοι καί ἐλαυνόμενοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα τήν πίστη στόν Ἕνα Τριαδικό Θεό καί κυρίως μέ τήν Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τήν ὀρθή πίστη στόν τέλειο Θεό καί τέλειο Ἄνθρωπο, δηλαδή τόν Θεάνθρωπο Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Βέβαια, ξεκαθάρισε ὁ ὁμιλητής, ὅταν μιλάη ἡ Ὀρθοδοξία γιά τήν πίστη, δέν ἐννοεῖ κάποιες θρησκευτικές πεποιθήσεις ἤ γνώσεις ἤ κάποια μεταφυσική ἰδεολογία· μιλάει γιά τό ὑπαρξιακό καί ὀντολογικό ἐκεῖνο καθολικό γεγονός, γιά τη δυνατότητα σχέσεως κοινωνιάς τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό: «Ἡ πίστη εἶναι μιά δύναμη πού φέρνει σέ σχέση, ἤ μιά σχέση πού πραγματοποιεῖ τήν ὑπέρ φύση ἄμεση καί τέλεια ἕνωση τοῦ πιστεύοντος μέ τόν πιστευόμενο Θεό… εἶναι μιά ὑπερφυσική σχέση, μέ τήν ὁποία ἑνωνόμαστε μέ τόν Θεό μέ τρόπο ἄγνωστο καί χωρίς ἀποδείξεις σέ μιά ἕνωση πού ξεπερνάει τη νόηση», κατά τόν Ὅσιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή. Ἡ πίστη στήν Ἐκκλησία νοεῖται σάν τό μυστήριο τῆς καρδιᾶς πού φλέγεται ἀπ’ τήν ἀναζήτηση τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ, σάν τό ναί ἤ τό ὄχι τοῦ ἀνθρώπου στόν Θεό· Εἶναι ἡ ἀποδοχή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ πού πληρώνει τήν ὕπαρξη μέ εὐφροσύνη καί κρίνει τήν ἀλήθεια τῆς προσωπικῆς ζωῆς δίδοντάς της περιεχόμενο. Εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, εἶναι μυστήριο πού κρύβεται στά σπλάγχνα τοῦ Θεοῦ, πού ξεκινάει ἀπ’ τόν Θεό καί δωρίζεται σάν θεανθρώπινη ζωή στόν ἄνθρωπο μέ τόν σαρκωμένο Χριστό. Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος ὁ Λίβυος θα πῆ: “Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός καί Κύριος καί Θεός μας πού μᾶς χάρισε τήν πίστη σ’ Αὐτόν, γιά νά ζήσουμε”.
Καί κατέληξε ὁ Δεσπότης: «Στόν ἁγιοπατερικό Ὀρθόδοξο χῶρο ἡ πίστη παίρνει χαρακτήρα δυναμικό καί δημιουργικό. Δέν ταυτίζεται μέ μιά “καθώς πρέπει” φιλολογία, οὔτε μέ μιά ἀνώδυνη ὁμολογία• ἀλλά κυρίως ἐκδηλώνεται ὡς ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς κατάφαση στίς ἀρετές, ὡς ἁγιοζωή καί πραγμάτωση τοῦ ἁγιοτριαδικοῦ τρόπου ζωῆς. Ὁ Ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς θά διασαφήσει μάλιστα: “Πίστη χωρίς ἔργα (ἄεργος) καί ἔργο χωρίς πίστη (ἄπιστον), μέ τόν ἴδιο τρόπο θά ἀποδοκιμαστοῦν. Γιατί ὀφείλει ὁ ἄνθρωπος πού ἐμφορεῖται ἀπό πίστη νά προσφέρη τά ἀληθινά πράγματα στόν Θεό… Ὅποιος ἀγαπάει τόν Θεό, αὐτός καί γνήσια πιστεύει καί μέ ὁσιότητα ἐπιτελεῖ τά ἔργα τῆς πίστεως· ἐκεῖνος πού ἁπλά καί μόνο πιστεύει καί δέν ἐμφορεῖται ἀπό ἀγάπη, οὔτε καί αὐτήν τήν πίστη ἔχει πού νομίζει πώς ἔχει. Γιατί πιστεύει μέ μιά νοητική ἐλαφρότητα μή ὠθούμενος ἀπό τό βάρος τῆς ἀγάπης”. Μή λησμονᾶμε ἄλλωστε ὅτι ἀρχή καί τέλος τῆς ἁγιοζωῆς εἶναι ἡ πίστη, μάλλον δέ ὁ Χριστός, ἡ πέτρα τῆς πίστεως, τόν Ὁποῖο κατέχουμε σαν ἀρχή καί θεμέλιο ὅλων τῶν ἀρετῶν, πέτρα στήν ὁποία ἑδραζόμαστε καί οἰκοδομοῦμε κάθε ἀγαθό, κατά τόν Ὅσιο Γρηγόριο τόν Σιναΐτη».
[widgetkit id=631]