Στήν Ἐνορία τῆς Παναγίας τῶν Νέων Ρόδων ἑόρτασε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ τή δεσποτοθεομητορική ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου μας. Τό προσφυγικό στοιχεῖο καί ἡ ρίζα τῆς Κωμοπόλεως ἀπ’ τίς ἀλησμόνητες πατρίδες τίμησε ὅλως ἰδιαιτέρως τήν ἑορτή καί ὑπερεπλήρωσε τόν Ἱερό Ναό τῆς Θεοτόκου. Ἄλλωστε πρός τοῦτο ἐργάζονται οἱ καλοί ἐφημέριοι τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Βαρθολομαῖος Χατζόγλου καί ὁ Αἰσεσιμώτατος π. Ἰωάννης Ἀγγελίδης.
Τήν ἡμέρα αὐτή θεώρησε καλό νά τελέση ἡ οἰκογένεια τοῦ ἀειμνήστου π. Νικολάου Τσακίρη τό ἐτήσιο ἱερό του μνημόσυνο. Ὁ μακαριστός ἱερεύς ὑπηρέτησε εὐόρκως ἐπί πολλά ἔτη τήν ἐνορία αὐτή καί ὑπῆρξε λίαν ἀγαπητός στούς ἐνορίτες του, ἐργατικός, μουσικολογιώτατος καί φιλακόλουθος.
Ὁ Σεβασμιώτατος στό κήρυγμά του μιλώντας γιά τήν ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς καί τόν πρεσβύτη Συμεών πού ἀξιώθηκε νά κρατήση στά χέρια του τόν Θεό τόν Ἴδιο, τό Σωτήριον τοῦ Θεοῦ, παρουσίασε τήν ἑορτή αὐτή ὡς εὐκαιρία ‟συνάντησης” Θεοῦ καί ἀνθρώπων ἀπολύτως ἀναγκαία γιά τήν πορεία τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Ὁ Συμεών, εἶπε ὁ Δεσπότης, ἀξιώθηκε νά συναντηθῆ μέ τόν Θεό, νά ὑποδεχθῆ τόν Θεό, ἀκριβῶς ἐπειδή προετοίμασε τόν ἑαυτό του καταλλήλως γι’ αὐτή τήν ‟ὑπαπαντή”. Δέν γίνεται οὐδείς χριστοφόρος, οὔτε ἀξιώνεται νά γευτῆ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἄν δέν καταστήση τόν ἐσωτερικό του κόσμο ἱκανό γι’ αὐτή τή σχέση καί κοινωνία.
Ἡ Ὀρθοδοξία, παρετήρησε ὁ ὁμιλητής, τήν πίστη στόν Θεό δέν τήν βλέπει, οὔτε τή βιώνει σάν μιά γενική ἀποδοχή τῆς ὑπάρξεώς Του, τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ δηλαδή σάν μιᾶς ἀνωτέρας δυνάμεως ἔξω καί πέρα ἀπό τόν κόσμο. Ἡ Ὀρθοδοξία τήν πίστη στόν Θεό τή βιώνει ὡς προσωπική σχέση μέ Αὐτόν καί κοινωνία καί μετοχή στή μακαριότητά Του. Ὅπως ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο ἔχει προσωπικό χαρακτήρα, ὅπως δηλαδή ὁ Κύριος ἀπεκαλύφθη στόν πρέσβυ Συμεών προσωπικῶς, ἔτσι καί ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν ἀποκαλυπτόμενο Θεό ὀφείλει νά καλλιεργῆται μέ τήν προσωπική σχέση, συνάντηση καί κοινωνία μαζί Του. Ὁ Χριστός, εἶπε ὁ Μητροπολίτης, δέν ἀποκάλυψε τόν Θεό μέ τό νά γνωστοποιήση στόν ἄνθρωπο ἀπρόσωπες ἀρχές καί ἰδέες περί Αὐτοῦ, ἀλλά τόλμησε καί φανέρωσε τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, ὅσο τό δυνατό, βέβαια, σ’ ἀνθρώπινα λογικά.
Γιά νά καλλιεργηθῆ αὐτή ἡ πίστη στόν Θεό, συνέχισε ὁ Δεσπότης, ἀπαιτεῖται κοινωνία καί σχέση μέ τόν Τριαδικό Θεό, ὅπως ὅμως ἀποκαλύφθηκε στόν κόσμο «ἐν Χριστῷ», ἐν χρόνῳ καί ἐν χώρῳ. Μ’ ἄλλα λόγια ἀπαιτεῖται καθαρή καρδιά καί καθαρός ἐσωτερικός κόσμος, ἄξιος νά φιλοξενήση τόν Θεῖο Ἐπισκέπτη, ἄξια ἀγκαλιά γιά νά κρατήση τά Θεῖα Μεγαλεῖα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος, διευκρίνησε, ἔχει ἐμπαθῆ νοῦ καί ζῆ σύμφωνα μέ τίς ἐπιταγές τοῦ ‟κοσμικοῦ φρονήματος”, ὅπως ὀνομάζει ἡ Ἐκκλησία μας ὁλικῶς τά πάθη, ζῆ δηλαδή ἐφάμαρτη ζωή, δέν μπορεῖ νά ἐπιτύχη συνάντηση καί κοινωνία μέ τόν Θεό. Ἀπαιτεῖται μετάνοια, κάθαρση καί ἁγιοζωή γιά νά ὁδηγηθῆ τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ στόν φωτισμό καί στή θέωση καί νά ἀξιωθῆ νά μετάσχη στίς θεῖες καί ἄρρητες δωρεές. Ὅσο τά μάτια τῆς ψυχῆς εἶναι σκοτασμένα ἀπό τήν ἀχλύ τῶν παθῶν, ἀδυνατοῦν νά δεχθοῦν τή θαλπωρή καί τίς ἀποκαλύψεις τῶν λαμπηδόνων τοῦ Θείου Φωτός. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ὑποδουλώνεται στόν ‟κόσμο”, τόσο ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό. «Καί κόσμο ἐννοῶ, κατέληξε ὁ Σεβασμιώτατος, τήν ἀγάπη τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων καί τῆς σάρκας. Ἐκεῖνος πού μέ ἐπίγνωση τῆς ἀληθείας ἀποξενώνεται ἀπ’ αὐτά, γίνεται φίλος τοῦ Χριστοῦ, ἀποκτώντας τήν ἀγάπη Του, γιά τήν ὁποία ἀρνήθηκε ὅλα τά κοσμικά κι ἀγόρασε τό ‟πολύτιμο μαργαριτάρι”, δηλαδή τόν Χριστό, καθώς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ἡ ἀγκαλιά τοῦ Συμεών καί τῆς προφήτιδος Ἄννης οἱ ὀφθαλμοί, ‟ἐπληρώθησαν” μέ Χριστό, διότι αὐτή τήν ἀπόλαυση ἀπήτησαν καί ζήτησαν καί ἐκοπίασαν παράφορα γιά νά τήν ἀποκτήσουν. Συνάντηση μέ τόν Θεό, ὑπαπαντή λοιπόν μέ τόν Χριστό μέσα στήν Ἐκκλησία Του, μέ πνευματική ζωή κι ἀγώνα καθημερινό!»
[widgetkit id=81]