Τήν Δ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, 29η Μαρτίου τ.ἔ., πού ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη τοῦ Ὁσίου καί θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, τοῦ συγγραφέως τοῦ μοναδικοῦ ἀπό θεολογικῆς καί πνευματικῆς πλευρᾶς βιβλίου τῆς Κλίμακος, γραμμένο ὡς ἀπόσταγμα τῆς ἀσκητικῆς ἐμπειρίας τοῦ Ἁγίου μας, στόν Μητροπολιτικό Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Στεφάνου Ἀρναίας ἀπό τίς 7 τό πρωΐ ἐψάλη ὁ Ὄρθρος καί κατόπιν ἐτελέσθη ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅπως προβλέπει τό Τυπικό τῆς Ἐκκλησίας μας.
Παρών καί ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ, ὁ ὁποῖος χοροστάτησε στίς ὡς ἄνω Ἀκολουθίες. Βεβαίως, λόγῳ τῶν μέτρων πού ἔχουν ληφθῆ πρός ἀποφυγήν τῆς διασπορᾶς τῆς πανδημίας τοῦ κορωναϊοῦ, ἡ Θεία Λατρεία ἐτελέσθη κεκλεισμένων τῶν θυρῶν καί ἀπόντος παντελῶς τοῦ εὐλογημένου Λαοῦ μας. Τή Θεία Λειτουργία ἐτέλεσε ὁ Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Παν. Ἀρχιμ. π. Παΐσιος Σουλτανικᾶς, ἐνῶ ὁ δεύτερος Ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ Αἰδ. Οἰκ. π. Γεώργιος Τρικκαλιώτης παρέστη συμπροσευχόμενος καί διακονῶν στό Ἱερό Βῆμα.
Ὁ Ἐπίσκοπός μας στό κήρυγμά του ἀνέλυσε τήν κυρία πρόταση τοῦ Ἀποστολικοῦ Ἀναγνώσματος ἀπό τήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ( Ἑβρ. στ΄,13-20). Στήν ἐξαίσια αὐτή περικοπή ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν ὑπενθυμίζει τόν ὅρκο πού ἔδωσε ὁ Θεός γιά τήν πραγμάτωση τῆς ἐπαγγελίας Του πρός τόν Πατριάρχη Ἀβραάμ. Καί μάλιστα καταγράφει ὁ Μεγάλος Ταρσέας ὅτι ἐπειδή ὁ Θεός δέν εἶχε κανέναν μεγαλύτερό Του, στόν ὁποῖο θά μποροῦσε νά ὁρκισθῆ, ὡρκίσθη στόν Ἑαυτό Του, λέγοντας ὅτι ἀληθινά θά τόν εὐλογήση μέ τό παραπάνω καί θά ὑπερπληθύνη τούς ἀπογόνους του. Κατ’αὐτόν τόν τρόπο ὁ Ἀβραάμ ἀναδείχθηκε ὁ Πατριάρχης τοῦ Ἰσραήλ καί ἀπόλαυσε τίς εὐλογίες καί τίς ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ!
Ὅλα αὐτά, συνεχίζει ὁ Παῦλος, τά ἔπραξε ὁ Θεός « … ἵνα… ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν…», δηλαδή, «… ὥστε … νά ἔχωμε ἐμεῖς πού καταφύγαμε σ’Αὐτόν, μεγάλη ἐνθάρρυνση καί παρηγοριά καί στήριγμα γιά νά κρατήσουμε τήν ἐλπίδα πού βρίσκεται μπροστά μας, τήν ὁποία κατέχουμε σάν ἄγκυρα τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ καί βεβαία…»( Ἑβρ. στ΄, 18-19)!
Ὁ λόγος, λοιπόν, γιά τήν ἀσφάλεια καί βεβαιότητα πού γεμίζει τόν ἄνθρωπο ἡ ἐλπίδα τοῦ οὐρανοῦ, παρατήρησε ὁ ὁμιλητής! Πράγματι ἡ ἀνθρώπινη ζωή μοιάζει μέ μιά μικρή σχεδία πάνω στά ἀφρισμένα κύματα τοῦ πελάγου. Γιά μας τούς Ἕλληνες πλειάδα λογοτεχνῶν – Καρκαβίτσας, Μυριβήλης, Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Σεφέρης, Ἐλύτης… – μᾶς μιλᾶνε γιά καραβοτσακίσματα, ἀρμενίσματα, λιμάνια, ἁλμυρά βράχια καί κύματα, ὁ δέ μεγάλος Ὅμηρος τόν Ὀδυσσέα καί τήν Ἰθάκη μέ τά πάθια τους ἐνέσπειρε μοναδικά στόν ψυχισμό μας. Κίρκη, Λαιστρυγόνες, Κύκλωπες καί Αἴολος ἐμποδίζουν καί ταλαιπωροῦν μανιασμένα τόν κάτοχο τοῦ καρυδότσουφλου αὐτοῦ… Μιλᾶμε βέβαια παραβολικά, καί τή ζωή τήν παρωμοιάσαμε μέ ὠκεανό, πού πρέπει νά διαπλεύσουμε, καί τήν ὕπαρξή μας μέ τή μικρή σχεδία πού πρέπει νά ἀντέξη τά κύματα. Καί τό διαλέξαμε αὐτό γιά νά καταδείξουμε ὅτι αὐτό τό ταξίδι ἀπαιτεῖ νά ἔχουμε μαζί μας μιάν ἄγκυρα, γιά νά μᾶς κρατήση τή δύσκολη ὥρα τοῦ κινδύνου στήν ἐπιφάνεια καί ὄχι στόν ἀφανισμό…
Ἀλήθεια εἶναι ὅτι στή ζωή ἡ ἄγκυρα ὀνομάζεται ἐλπίδα καί γιά μᾶς τούς χριστιανούς ὁ Παῦλος τήν ὀνομάζει ἐλπίδα στόν οὐρανό. Αὐτή εἶναι τό πιό πολύτιμο ἐφόδιο πού ἀπόμεινε στόν ἄνθρωπο. Μαλακώνει τόν πόνο, δυναμώνει τή θέληση, σταθεροποιεῖ τίς δυνάμεις μας, ἁπαλύνει τήν πίκρα μας, δίνει ἀπαντοχή, λιγοστεύει τήν παραλογιά καί τήν ἀπόγνωση καί τελευταία μένει δίπλα μας μέχρι καί τό μνῆμα…, συνέχισε ὁ Δεσπότης. Μά νά πού οἱ ἐλπίδες πού εἶναι γέννημα τοῦ συναισθήματος καί θεμελιώνονται στήν ψυχολογική ἀναγκαιότητα ἥ στόν ψυχικό καταναγκασμό μονάχα, πού εἶναι στηριγμένες στό λογικό, πολλές φορές ἀποδεικνύονται φροῦδες, γρηγορούντων ἐνύπνια καί σκιᾶς ἀσθενέστερα καί τότε ὁμολογοῦμε μέ τόν Σεφέρη πώς διψάσαμε τό μεσημέρι, μά τό νερό γλυφό καί πάλι πώς πήραμε τή ζωή μας λάθος…
Καί κατέληξε ὁ Σεβασμιώτατος: « Ἡ ἐλπίδα τοῦ Παύλου εἶναι ζωντανή παρουσία στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί λέγεται Χριστός! Εἶναι ὁ ἱστορικός Χριστός τῆς Καινῆς Διαθήκης, Αὐτός πού φανερώθηκε ζωηφόρος στή Μαρία τή Μαγδαληνή, Αὐτός πού ἐνώπιον τῶν Μαθητῶν Του ἔφαγε στό περιγιάλι τῆς Γεννησαρέτ μετά τήν Ἀνάστασή Του, τονίζοντας στούς Μαθητές πού Τόν νόμισαν γιά φάντασμα, ὅτι τά φαντάσματα δέν ἔχουν σάρκα καί ὀστᾶ σάν κι Ἐκεῖνον! Λοιπόν ἡ Ἐκκλησία δέν βασίζεται στίς ἐλπίδες τοῦ ρομαντισμοῦ, δέν τρέφεται μέ ἀληθοφανεῖς μύθους περιβεβλημένους μέ ἄμετρη λογικοφάνεια, δέν ἀπορρίπτει τή λογική, μά δέν θεοποιεῖ τόν ὀρθολογισμό καί τά ἀνθρώπινα γεννήματα, τά γεννήματα –φαντάσματα τοῦ μυαλοῦ καί τίς εἰκόνες τοῦ Πονηροῦ! Βασίζεται καί στεραιώνεται ὄχι στόν Χριστό ὄνειρο – χίμαιρα, ἀλλά στόν Χριστό τῆς Λειτουργικῆς Εὐχαριστίας, στόν Χριστό τῆς “ἐν χώρῳ καί χρόνῳ” Ἐναθρωπήσεως, τῆς πραγματικῆς Σταυρώσεως καί κυρίως στόν Ἀναστάντα Χριστό, τόν χθές καί σήμερα, τόν Ἴδιο καί στούς αἰῶνες, στόν Χριστό τῆς Καινῆς Διαθήκης, δηλαδή στήν ἐνυπόστατη Ἐλπίδα μας! Σ’ Αὐτόν τόν Χριστό – Ἐλπίδα ἐναποθέτουμε καί τήν ἐλπίδα μας καί τήν παράκλησή μας γιά τόν τερματισμό τῆς ἀνθρωποκτόνου λοιμικῆς νόσου τοῦ ἐπάρατου κορωναϊοῦ.»
{flickrset}72157713668844751|||155253811@N05|Y{/flickrset}
{youtube}GR7WUhY8erM{/youtube}