Τήν Κυριακή Β΄ Ματθαίου, 22α Ἰουνίου τ. ἔ., ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ ἐπεσκέφθη τήν Ἐνορία Ἁγίου Ἀθανασίου Λειβαδίου, ὅπου ἐχοροστάτησε στόν Ὄρθρο καί προέστη τῆς Θείας Λειτουργίας.
Τόν Σεβασμιώτατο ὑπεδέχθη ὁ Ἐφημέριος τῆς Ἐνορίας π. Μακάριος Μπάρμπας μέ τούς κατοίκους τοῦ Λειβαδίου, πλαισιωμένος ἀπό τούς Πανοσιολογιωτάτους Ἀρχιμανδρίτας π. Λεόντιο Καρίκα καί Γεννάδιο Ντελῆ καί τούς Ἱερολογιωτάτους Διακόνους π. Ἐφραίμ Τσόλη καί π. Μελέτιο Τσόγκα.
Ὁ Σεβασμιώτατος στό κήρυγμά του, λαμβάνοντας ἀφορμή ἀπό τήν ὑπακοή πού ἐπέδειξαν στόν Κύριό μας οἱ Μαθηταί Του Πέτρος καί Ἀνδρέας κατά τήν κλήση τους στό Ἀποστολικό ἀξίωμα ἀπό τόν Μεγάλο Ψαρά, συμφώνως μέ τήν εὐαγγελική περικοπή (Β΄ Ματθαίου) πού ἀνεγνώσθη ἐπ’ Ἐκκλησίαις κατ’ αὐτή τήν Κυριακή (Ματθ. ε΄ 18-23), ὡμίλησε γιά τήν ἀνάγκη αὐτός ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ θεοδίδακτη ὑπακοή, νά ἀρδεύση ὡς οὐράνιος ὑετός τήν κοινωνική καί πνευματική ξηρασία τῆς ἐποχῆς μας, ὥστε νά ἀναπνεύση ὁ κενόδοξος κόσμος μας πού δυστυχῶς σφαδάζει πληγωμένος κάτω ἀπό τόν ζυγό τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καί τούς ἀποπνικτικούς καπνούς τῆς φιλαυτίας.
Ὑπακοή, εἶπε ὁ ὁμιλητής, κατά τούς ἁγίους Πατέρες, εἶναι “τό νά μήν ἐμπιστεύεται κανείς τόν ἑαυτό του σέ κανένα καλό μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του” (Κάλλιστος καί Ἰγνάτιος Ξανθόπουλοι) καί νά ἀφήνεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ χριστιανός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς ὑπακοῆς στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί μόνο, αὐτός πού ἐνδιαφέρεται νά ἀρέση στόν Θεό καί μόνο, καί ἐκδηλώνη τήν πίστη του ὡς ὑπακοή στό ἅγιο θέλημά Του καί μόνο. Ἡ ὕψιστη αὐτή ἐπιλογή, συνέχισε ὁ Δεσπότης, συνιστᾶ ἐνσυνείδητη καί κορυφαία πράξη πίστεως, ἐφ’ ὅσον ὁ ὑποτακτικός ἀπαρνεῖται πλήρως τόν ἑαυτό του, θάβει τό θέλημά του καί ὑποτάσσεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ χωρίς καμμία καύχηση γιά ὁποιαδήποτε πράξη ἤ πρόθεσή του.
Στό σημεῖο αὐτό ὁ ὁμιλητής παρουσίασε τόν “ὁρισμό” τῆς ἀρετῆς τῆς ὑπακοῆς, συμφώνως μέ τούς λόγους τοῦ ὁσίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος. Ὑπακοή, κατά τόν ὅσιο αὐτόν Πατέρα, εἶναι “ἄρνησις ψυχῆς οἰκείας παντελής, διά σώματος ἐπιδεικνυμένη ἐναργῶς … μνῆμα θελήσεως καί ἔγερσις ταπεινώσεως, νέκρωσις μελῶν ἐν ζώσῃ διανοίᾳ, ἀνεξέταστος κίνησις, ἑκούσιος θάνατος, ἀπερίεργος ζωή, ἀμέριμνος κίνδυνος, ἀμελέτητος Θεοῦ ἀπολογία, ἀφοβία θανάτου”!
Ἡ ὑπακοή, ἑρμήνευσε ὁ Σεβασμιώτατος, στόν ὀρθόδοξο ἀσκητικό χῶρο βιώνεται ὡς ἡ ἄρνηση τῆς ἀνυπακοῆς μέ τήν ὁποία ἐκφράστηκε ἡ ἀνταρσία τῆς φύσεως καί εἰσῆλθε ὁ θάνατος στόν κόσμο. Εἶναι οὐσιαστικά ἐπιστροφή στό “κατά φύσιν” καί ἀφιέρωση στόν Θεό, ἀναζήτηση τοῦ θελήματός Του καί τέλεια ὑποταγή σ’ αὐτό, γεγονότα πού ἀπελευθερώνουν κι ὁλοκληρώνουν τήν ἀνθρώπινη φύση καί ὑπόσταση. Ἡ ὑπακοή ἐδῶ βιώνεται ὡς τό ἀντίδοτο τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ὡς ἄρνηση τοῦ ἰδίου φρονήματος πού γεννάει τήν ἐλευθερία τοῦ προσώπου, ἀπό τήν τυραννία τῆς ἀτομικότητος, ἀποκαθιστᾶ τήν δυνατότητα κοινωνίας μέ τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καί ἀποσκοπεῖ στήν ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου στήν προπτωτική ἀκεραιότητα.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, διεκήρυξε ὁ Δεσπότης, βλέπουν ὡς αἴτιο τοῦ “γλυστρήματος, τῆς συντριβῆς καί τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ στόν Ἅδη”, τῆς θνητότητας δηλαδή τοῦ ἀνθρώπου, στήν πίστη τοῦ πρώτου Ἀδάμ στόν ἑαυτό του, στήν ἰδιορρυθμία του, στήν ἀνυπακοή του, ἀπό τά ὁποῖα προῆλθε ἡ ἀθέτηση καί παράβαση τῆς θείας ἐντολῆς (ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς). Ἀντιθέτως, ἡ εἴσοδος τοῦ ἀνθρώπου στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ἡ μετοχή του στήν ἁγιοτριαδική ζωή καί ἀθανασία εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ὑποταγῆς καί ὑπακοῆς τοῦ Κυρίου στόν Πατέρα Του, τῆς ὑπακοῆς τοῦ δευτέρου Ἀδάμ, τοῦ Χριστοῦ μας στόν Πατέρα Του, ὑπακοῆς μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ κατά τόν θεῖο Παῦλο.
Καί κατέληξε∙ ὑπακοή βέβαια δέν σημαίνει δουλικότητα ἤ ἄρνηση τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας πού εὐτελίζει τόν ἄνθρωπο στερώντας του τό δῶρο τό θεῖο τῆς ζωῆς, ἀλλά σημαίνει ἑκούσια, ὑπεύθυνη κι ἐλεύθερη πράξη -ἐπιλογή πού χαριτώνει τόν ἄνθρωπο. Ἡ ὑπακοή δέν μετριέται στήν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή ὡς δεκανίκι οἱουδήποτε ρωμαιοκαθολικοῦ ἤ προτεσταντικοῦ “ἀλάθητου”! Γεννιέται καί χτίζεται καρτερικά ὡς ἀπαύγασμα υἱϊκῆς σχέσεως, κάτω ἀπό τό ἐπιτραχήλιο τοῦ δοκιμασμένου καί ἁγίου πνευματικοῦ πατέρα, ἀφοῦ ἔχει προηγηθῆ φυσικά τό θάψιμο τοῦ ἰδίου θελήματος. Συνιστᾶ, δηλαδή, στήν πραγματικότητα τήν ἄρνηση τοῦ χοϊκοῦ-σαρκικοῦ δρόμου καί φρονήματος καί τρόπου ζωῆς καί τήν ἄνοδο στό σπίτι τοῦ Πατέρα, τό φτερούγισμα, τό ἀνέβασμα στή ζωή πού ἐλευθερώνει καί “πληρώνει” τόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἀγώνισμα καί καρπός ἐλευθερίας.
Κατά τήν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας ὁ Σεβασμιώτατος ἔκειρε τρεῖς νέους ἀνθρώπους τῆς Ἐνορίας Λειβαδίου εἰς Ἀναγνῶστες τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἐτίμησε ἰδιαιτέρως τόν ἐπί πεντηκονταετία καί πλέον πρωτοψάλτη τοῦ Χωριοῦ κ. Δημήτριο Ξουπᾶ τοῦ Ἀθανασίου γιά τήν προσφορά του στό Ἱερό Ἀναλόγιο.
[widgetkit id=156]