Στόν Ἱερό Ναό ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου τῆς Ἐνορίας ἁγίου Χαραλάμπους τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως, ἐτίμησε τόν ἅγιο ἔνδοξο Ἱερομάρτυρα Χαραλάμπη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ. Τήν μικρή αὐτή Ἐνορία μαζί μέ τήν Ἐνορία Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Σαρακήνας διακονεῖ ὁ π. Φίλιππος Τραγάκης, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνας ἔντιμος Κληρικός, ἀφιερωμένος θά λέγαμε στόν Λαό τοῦ Θεοῦ τῶν δύο αὐτῶν Κοινοτήτων πού διοικητικῶς ἀνήκουν στόν Νομό Θεσσαλονίκης, ἀλλά ἐκκλησιαστικῶς, στήν Ἱερά μας Μητρόπολη.
Μέ πολλή χαρά καί ἔκδηλη ἱκανοποίηση οἱ κάτοικοι τῆς Κοινότητος ἐδέχθηκαν τόν Ποιμενάρχη μας, θεωρήσαντες ἰδιαίτερη τήν τιμή πού τούς ἔγινε ἀπό τόν Ἐπίσκοπό τους. Παρόντες ὁ Πρόεδρος τοῦ Τοπικοῦ Συμβουλίου Σαρακήνας κ. Ἀστέριος Ποντίκης καί ὁ ἀντίστοιχος τοῦ Καλαμωτοῦ (Νέων Καλινδοίων) κ. Φώτιος Μπρόζος, οἱ ὁποῖοι καί καλωσόρισαν τόν Σεβασμιώτατο ὡς ἐκπρόσωποι τῶν συγχωριανῶν τους.
Ὁ Δεσπότης μας ἀπευθυνόμενος στά πνευματικά του τέκνα καί μιλώντας σάν σέ δική του οἰκογένεια, ἐξέφρασε τήν εὐγνωμοσύνη του γιά τίς ἐκδηλώσεις τῆς υἱικῆς τους ἀγάπης στό πρόσωπό του, μιᾶς καί γιά πρώτη φορά τούς ἔβλεπε ἐκ τοῦ σύνεγγυς καί ἀπολάμβανε τή ζέση τῆς ψυχῆς τους γιά τήν Ἐκκλησία καί τόν τιμώμενο Ἅγιο.
Στό κήρυγμά του γιά τόν ἅγιο Χαράλαμπο, τόν θαυματουργό ἱερομάρτυρα τοῦ Κυρίου, τόν ἱερέα τοῦ Χριστοῦ πού σέ ἡλικία ἑκατόν δέκα τριῶν ἐτῶν, κατά τόν ἱερό Συναξαριστή, ὑπέστη φρικτά βασανιστήρια στή Μαγνησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, διερωτήθη τί ἦταν ἐκεῖνο πού ὡδήγησε ἕναν ὑπέργηρο ἁγιασμένο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ νά δώση τέτοια μαρτυρία καί μέ θαυμαστή καρτερία καί σθένος νεανικό νά ἀντέξη ἄρρητα βασανιστήρια γιά τήν πίστη του. Ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό ἐπήγασε ἀπό τή διαβεβαίωση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅτι οἱ Χριστιανοί ἀποβλέπομε στόν Χριστό ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή, «…ἐν ᾧ ἔχομεν τήν ἀπολύτρωσιν» (Κολ. α΄, 14), ἐξ αἰτίας τοῦ Ὁποίου, διά τοῦ Ὁποίου ἀπολαμβάνομε τή χάρη τῆς σωτηρίας καί τῆς ἀπολυτρώσεώς μας. Αὐτή ἡ σωτηρία, εἶπε ὁ Ποιμενάρχης μας, εἶναι γιά τόν καθένα μας μοναδικό ὀντολογικό γεγονός καί κατάστασις, ἀπ’ τό ὁποῖο διαποτίζεται κάθε πτυχή τῆς ζωῆς μας.
Ὁ ἄνθρωπος διαχρονικά, συνέχισε, περιπλανώμενος μακράν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, τοῦ Δημιουργοῦ του, στερήθηκε ὅ,τι πολυτιμότερο εἶχε: τήν κοινωνία μέ τόν Πλάστη του, γιά τοῦτο καί μέ πόνο καί θλίψη πολλή ἀναζήτησε τήν Παρουσία Του. Δοκίμασε τούς καρπούς τῆς ἀποστασίας ἀπ’ τόν Πατέρα, λάθεψε στόν στόχο του καί μέ γλυκειά νοσταλγία γύρεψε καί πάλι τό “χέρι” τοῦ Δομήτορά του. Στήν παγκόσμια λογοτεχνία αὐτή ἡ ἀναζήτηση εἶναι ἔκδηλη, ἐκφρασμένη ποικιλοτρόπως σάν ποίημα, σάν τραγούδι, σάν μυθιστόρημα, σάν τραγωδία καί δρᾶμα. Ἐδῶ ἔκαμε ὁ Σεβασμιώτατος μιά ἀναφορά στούς προχριστιανικούς Λαούς, δηλαδή τούς Ρωμαίους, τούς Αἰγυπτίους, τούς Πέρσες, τούς ἀρχαίους Ἕλληνες καί ἀνεφέρθη στήν καθολική προσδοκία τους γιά ἐπιστροφή καί πάλι στήν “ φωλέα” τοῦ Πατέρα.
Ὅμως, παρετήρησε ὁ ὁμιλητής, στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή, ἐγινόταν ἀναφορά στήν ἀπολύτρωση ἀπό τήν δουλεία τῆς ἁμαρτίας καί τήν ἀπόλαυση τῆς ὄντως ἐλευθερίας ὡς ἕνα γεγονός πού θά ἐρχόταν, ὡς ἕνα δηλαδή προσδοκώμενο γεγονός. Μετά τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ ἡ Ἐκκλησία δέν ὁμιλεῖ γιά κάποιο προσδοκώμενο σχετικό γεγονός, ἀλλά ζῆ καί κηρύττει ὅτι “κατέχει ἐν Χριστῷ” αὐτή τήν χάρη καί τήν εὐλογία. Ἔχει τήν ἀπολύτρωση, ὄχι ὡς κάποια ἀόριστη δωρεά, ἀλλά τή βιώνει ὡ πραγματικό γεγονός μετοχῆς στό Αἷμα καί τό Σῶμα τοῦ Σαρκωθέντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Τή βιώνει ὡς ἀλήθεια ἐμπειρικά καί τήν ἐπιβεβαιώνει, πρόσθεσε ὁ Δεσπότης, στήν ὅλη ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μετοχή στό Εὐχαριστιακό Δεῖπνο. Αὐτή ἡ Σωτηρία διέρχεται ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα, ἀπό τό Ἅγιο Ποτήριο, ἀπό τό Ἐπιτραχήλιο τοῦ ἱερέως καί τό ὠμόφορο τοῦ Ἐπισκόπου καί κατορθώνεται ὄχι μόνο ὡς ἕνα προσωπικό γεγονός, ἀλλά ὡς ὑπόθεση καί ἐμπειρία τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ὅλου Χριστοῦ, σέ συνδυασμό μέ τήν ὅλη ζωή καί τά Ἱερά της Μυστήρια. Εἶναι ὑπόθεσις βέβαια καί προσωπική τοῦ καθενός μας, ἀλλά ἐν ταυτῷ εἶναι ὑπόθεσις τοῦ ὅλου σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας, πού καί σπαρταρᾶ καί γεννᾶ ἀπ’ τά σπλάγχνα Της τόν Χριστό, ὡς ἄλλη διαρκής Θεοτόκος, χάριν τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, γιά νά ζήση ὁ κόσμος. Αὐτό κατέληξε ὁ Μητροπολίτης, ἀπολάμβανε ὁ Γέροντας Χαραλάμπης καί πλήρης Χριστοῦ καί “ὁλόκληρος” σωματικά καί πνευματικά μετέδιδε αὐτή τή βεβαιότητα –Χάρη, ἀδιαφορώντας γιά τίς συνέπειες αὐτῆς του τῆς ὁμολογίας. Ἦταν γεμᾶτος ἀπό Χριστό, ἀνέπνεε Χριστό, κήρυττε Χριστό καί ὑπέφερε “ἀγαλλομένῳ ποδί” μαρτυρώντας Τον.
Εὐχήθηκε τέλος αὐτή Της τήν μαρτυρία στή σύγχρονη ἐποχή νά κάνη, νά προσφέρη ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἀντίδωρο μιᾶς ζωῆς πού ἔχει νόημα, πού ἔχει σκοπό καί εἶναι πλήρης χαρᾶς, τῆς χαρᾶς τοῦ Χριστοῦ μας.
[widgetkit id=83]