Τήν Κυριακή, 22α Ἰανουαρίου τ.ἔ., τήν λεγομένη Κυριακή τοῦ Ζακχαίου (ΙΕ΄ Λουκᾶ), ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Θεόκλητος, πλαισιούμενος ἀπό τόν Παν/το Ἀρχιμ. π. Λεόντιο Καρίκα καί τούς Διακόνους π. Ἐφραίμ Τσόλη καί π. Γεώργιο Κυριάκου, ἐπισκέφτηκε τήν Ἐνορία Ἁγίου Νικολάου τῆς νήσου Ἀμμουλιανῆς, στήν ὁποία διακονεῖ ὁ Αἰδ/τος Οἰκ. π. Ἀντώνιος Βακόπουλος.
Παρ’ ὅλη τήν κακοκαιρία οἱ ἀμμουλιανῶτες προσῆλθαν στό κάλεσμα τῆς καμπάνας τῆς Ἐνορίας τους, μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ἀντιπρόεδρο τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου κ. Ἀντώνιο Χριστοδούλου.
Ὁ Σεβασμιώτατος στήν ὁμιλία του ἀνέλυσε τό χωρίο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς: «Καί ἐζήτει ἰδεῖν τόν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καί οὐκ ἠδύνατο… ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρός ἦν» (Λουκ. ιθ΄ 3), τό ἀναφερόμενο στόν πόθο τοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου μέ τό μικροκαμωμένο σῶμα, νά δῆ μέ τά μάτια τῶν ὀφθαμῶν του τόν Κύριο. Νά ἐπιτύχη προσωπική συνάντηση καί γνωριμία μέ τόν Θεό του.
Γιά νά «δῆς» τόν Θεό, εἶπε ὁ ὁμιλητής, χρειάζεται καθαρή καρδιά, καθαρός νοῦς, καθαρές αἰσθήσεις, ὅπως ὁ Κύριος τό περιέγραψε στούς μακαρισμούς στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, λέγοντας: «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε΄ 8). Δέν μπορεῖς μέ ἐμπαθεῖς τίς αἰσθήσεις νά ἀναζητήσης, νά ἀνεύρης στόν Κύριο καί νά κοινωνήσης μέ τήν μεγαλειότητά Του.
Tό ὅτι τολμᾶμε νά μιλᾶμε γιά τόν Θεό, τόν ἕνα τριαδικό Θεό αὐτό τό ὀφείλουμε στήν ἀπόφασή Του ν’ ἀποκαλυφθῆ στόν κόσμο καί νά συναντηθῆ μέ τούς ἀνθρώπους. Ἡ Ἐνανθρώπηση, ἡ Σταύρωση καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Χριστοῦ μας, ὡς ἡ ὕψιστη ἀπόκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ τό βασικότερο σημεῖο αὐτῆς τῆς συναντήσεως. Μέ ἄλλα λόγια, ἐπειδή ὁ Χριστός εἶναι ταυτόχρονα Θεός καί ἄνθρωπος τέλειος πού Τόν εἴδαμε, τό ζήσαμε καί περπάτησε μέσα στόν κόσμο, μποροῦμε νά εἴμαστε ἀσφαλεῖς γιά τό κριτήριο τῆς πρός τόν Θεό πίστεώς μας. Χωρίς αὐτήν τήν μαρτυρία – συνάντηση μέ τόν Ἰησοῦ, πού κυρίως τή γευόμαστε στήν Εὐχαριστία, οὔτε χριστιανισμός, οὔτε χριστιανός, οὔτε χριστιανική βιοτή μποροῦν νά ὑπάρξουν. Νά γιατί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, συνέχισε ὁ Ἐπίσκοπός μας γράφει: «Ἄν δέν εἶχε σαρκωθῆ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, δέν θά φανερωνόταν ὁ Πατήρ ἀληθινά Πατήρ· οὔτε ὁ Υἱός ἀληθινά Υἱός· καί τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα θά φανερωνόταν ὅτι ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα· οὔτε καί ὁ Θεός θά φανερωνόταν ὁμοούσιος καί τρισυπόστατος, ἀλλά θά φαινόταν σάν κάποια ἀφηρημένη ἐνέργεια καί μόνο πού ἐκδηλώνεται μέσα ἀπό τά πλάσματά Του».
Καί κατέληξε ὁ Δεσπότης: «Ἡ πίστη στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας, μᾶς λέει ὁ Ζακχαῖος δέν εἶναι ψηλάφηση σκιῶν, φντασμάτων καί χιμαιρῶν· στηρίζεται πάνω σέ ἀδιαμφισβήτητα γεγονότα πού οἱ Εὐαγγελιστές κυρίως μέ τίς συγγραφές τους προσέφεραν σέ μᾶς λουσμένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀναταποκρινόμενοι ἔτσι στήν ἀνάγκη νά τεθῆ ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας στόν σαρκωμένο, σταυρωμένο καί ἀναστημένο Θεό μας πάνω σέ στερεή, ἀναμφισβήτητη καί ἱστορική βάση, σέ ἀσφαλές καί αἰσθητό θεμέλιο: ἐπ’ αὐτῆς ταύτης τῆς ἱστορίας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Γιά τόν Ζακχαῖο χρειάστηκε ἡ συκομορέα ὡς βάθρο γιά νά “ἰδῆ”, νά συναντήση τόν Ἰησοῦ. Γιά μᾶς χρειάζεται καθαρή καρδιά, καθαρές αἰσθήσεις, καθαρός νοῦς!»
[widgetkit id=562]